– Η διαφορά της περσινής ομάδας του Ολυμπιακού με τη φετινή;
«Πιστεύω ότι έχουμε περισσότερο ταλέντο. Δεν κάναμε έναν τόνο αλλαγές. Παίζουμε πολύ καλύτερα και ένας βασικός λόγος πιστεύω είναι πως πάντοτε έχουμε επιθετική διάθεση. Πάντα προσπαθούμε να επιτεθούμε και να νικήσουμε δυναμικά τον αντίπαλο. Πέρυσι αφήναμε το παιχνίδι να έρθει σε εμάς, ενώ φέτος είμαστε πιο επιθετικοί».
Για τα παιχνίδια με τον Παναθηναϊκό:
«Είναι σίγουρα καθοριστικό ματς. Οσο κι αν δεν θέλεις να το σκέφτεσαι, αν το κερδίσεις, τότε φεύγει ένα πολύ μεγάλο βάρος από τους ώμους σου. Γι’ αυτούς είναι ακόμα ένα παιχνίδι, έχουν κερδίσει στο παρελθόν κι έχουν φτάσει στην κορυφή. Εμείς από την πλευρά μας πάντα προσπαθούμε να φτάσουμε στην κορυφή. Αυτό δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερη πίεση. Οπότε, αν κερδίσουμε τον τελικό, πιστεύω ότι πραγματικά θα είναι πάρα πολύ δύσκολο να μας νικήσει κάποιος άλλος. Γιατί σε ό,τι αφορά την αυτοπεποίθηση, αλλά και την άνεση που θα έχουμε, όλοι μας θα ανέβουμε σε άλλο επίπεδο. Κάποιοι παίκτες του Παναθηναϊκού είναι πολύ αλαζόνες και δεν μου αρέσει αυτό».
– Κάποια στιγμή μπούχτισες με το γεγονός πως όλοι σε θεωρούσαν καλό παιδί; Στους περσινούς τελικούς φάνηκες να το έχεις πάρει προσωπικά, όπως δείχνεις γενικά φέτος.
«Τότε απλά ένιωσα πιο επιθετικός. Ηξερα πώς ήταν οι τελικοί. Γιατί να κρατηθώ πίσω, γιατί να χαλαρώσω, έπρεπε να παίξω σκληρά. Ηταν ”do or die”, φίλε. Ηξερα ότι ο Παναθηναϊκός θα προσπαθήσει να έρθει και να ελέγξει το παιχνίδι και τους έδειξα μια πλευρά που δεν είχαν δει. Δυστυχώς δεν νικήσαμε, αλλά νιώθω ότι πλέον ξέρουν τι παίκτης είμαι. Δεν είμαι ο μίστερ nice guy».
– Πιστεύεις ότι πέρυσι κάπου παρασύρθηκες από την «έκρηξη» δημοσιότητας που υπήρξε γύρω από το πρόσωπό σου;
«Οχι. Είναι απλό. Πέρυσι ένιωθα πολύ μεγαλύτερη πίεση ως παίκτης. Ερχόμουν από το ΝΒΑ στα 25 μου, υπογράφοντας αυτό το πολύ μεγάλο συμβόλαιο, και ένιωθα μεγάλη πίεση. Ενιωθα ότι έπρεπε να σηκώσω όλη την Ελλάδα στους ώμους μου. Ηταν σκληρό, φίλε. Κοίτα, φέτος έχω κλειστεί αρκετά στον εαυτό μου. Δεν ξέρω αν το έχετε παρατηρήσει, αλλά δεν κάνω πολλές συνεντεύξεις, δεν βγαίνω πολύ έξω κι έχω μείνει στον εαυτό μου. Προσπαθώ να είμαι συγκεντρωμένος, να μην ασχολούμαι με το τι λένε οι φίλαθλοι, με το τι γράφουν οι εφημερίδες ή οτιδήποτε άλλο. Απλά δεν βοηθάει».
– Με τον Γιαννάκη ποτέ δεν είχες πρόβλημα. Φέτος η σχέση σας εντός του παρκέ είναι καλύτερη;
«Ναι, είναι πολύ καλύτερη. Ηταν λίγο περιπετειώδης στο ξεκίνημα της σεζόν. Ηρθα με το σκεπτικό να δείξω ότι είμαι εδώ και ότι είμαι επιθετικός. Καθίσαμε και μιλήσαμε και μου είπε ότι δεν χρειάζεται να είμαι έτσι. Από κει και πέρα ένιωσα ότι η σχέση μας έγινε πολύ καλύτερη. Μου έδωσε περισσότερη ελευθερία στο παρκέ και προσπάθησα να γίνω μεγαλύτερος ηγέτης γι’ αυτόν. Μου μιλάει στις προπονήσεις κι εγώ προσπαθώ να μιλάω στους παίκτες, για να τον βοηθάω να κάνει πιο εύκολα τη δουλειά του. Η βοήθεια είναι αμφίδρομη. Είμαι χαρούμενος που η σχέση μας είναι καλύτερη. Ποτέ δεν θα έβλεπα τον εαυτό μου σε άλλη ευρωπαϊκή ομάδα».
– Τερματίσατε πρώτοι στην Ευρωλίγκα, είστε στην κορυφή της Α1 και έχετε την καλύτερη επίθεση. Επειτα από ενάμιση χρόνο πιστεύεις ότι είστε στο σωστό δρόμο;
«Ναι και το πιο τρελό πράγμα της υπόθεσης είναι πως, αν και έχουμε την καλύτερη επίθεση, ακόμα δεν έχουμε κάνει ”κλικ”. Φαντάσου τι θα γίνει όταν αυτό συμβεί. Οταν επιστρέψει ο Παπαλουκάς και τους έχουμε όλους. Επίσης οι βολές μου είναι κακές και γενικά ως ομάδα έχουμε χαμηλό ποσοστό. Οταν όλα βελτιωθούν, ο ουρανός είναι το όριο».
– Η παρουσία σου στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, ενώ είχε πεθάνει ο πατέρας σου, ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της καριέρας σου;
«Ναι, ήταν ό,τι πιο δύσκολο. Αλλά ξέρω ότι ο πατέρας μου θα ήθελε να το κάνω και αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος που έπαιξα. Ολοι στην ομάδα μού έλεγαν να γυρίσω στην Αμερική για να είμαι με την οικογένειά μου, αλλά ξέρω ότι θα ήθελε να παίξω. Ερχόταν και με έβλεπε σε πολλά παιχνίδια και χαίρομαι που το έκανα γι’ αυτόν».