Είναι αλήθεια ότι μέχρι τα 15 σου έπαιζες μόνο τένις και το όνειρο σου ήταν να παίξεις στο Γουίμπλεντον;
“Ναι, αλλά τελικά δεν ταίριαζε τόσο πολύ στον χαρακτήρα μου. Μέσα μου είμαι πολύ πιο επιθετικός απ’ όσο φαίνεται και απ’ όσο χρειάζεται για ένα άθλημα όπως το τένις και το γκολφ. Στο τένις είτε θέλεις ένα πόντο για να κερδίσεις το ματς είτε ένα πόντο για να το χάσεις πρέπει να είσαι το ίδιο ήρεμος. Εγώ δεν είμαι έτσι θυμώνω πάρα πολύ”.
Και όμως, φαίνεσαι συνεχώς πολύ ήρεμος;
“Μπορεί να μοιάζω ήρεμος αλλά δεν είμαι. Είμαι ευέξαπτος. Δεν θυμώνω ποτέ στην εκτός ποδοσφαίρου ζωή μου. Μόνο στο ποδόσφαιρο μπορώ να εκνευριστώ πολύ. Ιδιαίτερα όταν ήμουν νεότερος δημιουργούσα συνέχεια προβλήματα στο γήπεδο. Ήθελα να κερδίζω ακόμα και στα ματς που παίζαμε στα διαλείμματα στο σχολείο“.
Στα 19 σου μεταγράφηκες στην ΑΙΚ Στοκχόλμης και μετά από ένα χρόνο ήρθε η μεταγραφή στην Ισπανία. Πως ήταν τα πρώτα χρόνια της καριέρας σου;
“Ήμουν 20χρονών, έφυγα από την οικογένεια μου και τους φίλους μου και ήταν πολύ δύσκολα. Ήταν τα πιο δύσκολα χρόνια της καριέρας μου. Για να είμαι ειλικρινής, ήταν τα μοναδικά δύσκολα χρόνια. Το Σαντατέρ ήταν μικρή πόλη και δεν ήξερα τη γλώσσα. Συνήθισα όμως. Σιγά σιγά άρχισα να παίζω καλά στην ομάδα και συνήθισα“.
Θα σταματήσεις το ποδόσφαιρο μετά τον Ολυμπιακό το 2012;
“Μάλλον. Θα είμαι 35 ετών όταν λήξει το συμβόλαιο μου το 2012. Βέβαια, είμαι υγιής και παίζω καλά εδώ και μερικές σεζόν. Είχα μία εξαιρετική χρονιά πέρσι με την Γιουβέντους. Έπαιξα πολλά καλά παιχνίδια. Όταν παίζεις έτσι δεν σκέφτεσαι την ηλικία σου ούτε πότε θα σταματήσεις“.
Έχεις θέσει κάποιο όριο ηλικίας για το τέλος της καριέρας σου;
“Όχι δεν έχω βάλει κάποιο όριο. Δεν γίνεται όμως πλέον να κοιτάζω συνέχεια μπροστά όταν ήμουν νεότερος. Όταν ήμουν μικρός στην Σουηδία σκεφτόμουν πως θα διακριθώ για να φύγω στο εξωτερικό και να υπογράψω επαγγελματικό συμβόλαιο. Έπειτα στην Ισπανία, ήθελα να παίξω καλά για να πάω σε μία μεγαλύτερη ομάδα στη Ρεάλ ή την Μπαρτσελόνα, ή σε καλύτερο πρωτάθλήμα. Τελικά πήγα στην Πρέμιερ Λιγκ. Εκεί στην Άστον Βίλα, ήθελα να είμαι καλός για να αποδείξω ότι αξίζω να βρίσκομαι σε αυτό το πρωτάθλημα. Στην Γιουβέντους έπειτα το ίδιο“.
Και ο Ολυμπιακός;
“Τώρα ο Ολυμπιακός είναι μία ακόμα ευκαιρία στην καριέρα μου. Παίζουμε στο Τσάμπιονς Λιγκ και είναι μία ομάδα που διεκδικεί πάντα το πρωτάθλημα. Αλλά, όπως προανέφερα δεν γίνεται να κοιτάς συνέχεια μπροστά όπως όταν είσαι νεότερος“.
Τον Ολυμπιακό και το πρωτάθλημα πως το βλέπεις. Πως αντιλαμβάνεσαι τον ρόλο σου;
“Το πιο σημαντικό είναι να βρίσκομαι στην καλύτερη φόρμα τις δύο ώρες του αγώνα. Στις προπονήσεις κάνω αυτό που πρέπει, αλλά ο στόχος είναι να δώσω το μάξιμουμ την ώρα του αγώνα. Εδώ, κατά την διάρκεια των προπονήσεων, αρκετοί παίκτες μπορεί να με “έχουν” όμως στους αγώνες είναι διαφορετικά. Όταν είμαι καλά δεν φοβάμαι κανέναν. Έχω συναντήσει παίκτες που παίζουν σε υψηλό επίπεδο. Ακόμη και στις προπονήσεις. Όταν όμως είμαι σε καλή κατάσταση δεν έχω κανέναν φόβο“.
Τι σε θυμώνει περισσότερο την ώρα του αγώνα;
“Δεν θυμώνω ποτέ με τους αντιπάλους μου. Θυμώνω μόνο με τους διαιτητές. Οι αντίπαλοι είναι στο γήπεδο και θα κάνουν τα πάντα για να κερδίσουν. Θα σε τραβήξουν, θα σου ρίξουν μία αγκωνιά ακόμη και στο πρόσωπο. Είναι μέσα στο παιχνίδι. Ο διαιτητής όμως βρίσκεται εκεί για να σφυρίξει τις παραβάσεις και να είναι δίκαιος. Οι παίκτες δεν είναι πάντοτε δίκαιοι, ούτε εγώ είμαι πάντοτε σωστός. Ο διαιτητής όμως πρέπει να είναι πάντα δίκαιος“.
Ποιά ήταν η καλύτερη στιγμή σου στην Ελλάδα;
“Mε τον Παναθηναϊκό φυσικά. Κερδίζαμε με 2-0 και νιώθαμε ότι δεν κινδυνεύουμε. Τα τελευταία 20 λεπτά οι οπαδοί μας τραγουδούσαν συνέχεια το ίδιο τραγούδι. Ήταν φανταστικά. Είχαν “τρελαθεί” εντελώς. Κοιταζόμασταν με τον Παπαδόπουλο και κλείναμε ο ένας το μάτι στον άλλον, δείχνοντας προς τους οπαδούς“.
Σε είχε προσεγγίσει ποτέ ο Παναθηναϊκός όταν ήταν να φύγεις από την Γιουβέντους;
“Όχι. Δεν είχα ποτέ καμία επαφή. Είχα μερικές επιλογές όταν ήταν να φύγω από την Γιουβέντους, αλλά δεν είχα επαφή με τον Παναθηναϊκό“.
Γιατί έφυγες απο την Γιουβέντους;
“Δεν ήθελα και τόσο να φύγω. Είχα μία σπουδαία χρονιά αλλά όλα έγιναν πολύ γρήγορα στο τέλος της σεζόν. Έμεναν μόλις δύο παιχνίδια και ήρθε καινούργιος προπονητής στην ομάδα. Έτσι, υπέγραψαν με τον Καναβάρο από τη Ρεάλ, ο οποίος ήταν πολύ φίλος με τον Φεράρα. Δεν είχα πλέον πολλές πιθανότητες να παίζω όσο ήθελα. Υπήρχαν τρεις Ιταλοί διεθνείς στην άμυνα. Ο Λεγκροτάλιε, ο Κιελίνι και ο Καναβάρο. Φυσικά, κάθε μεγάλη ομάδα σαν την Γιουβέντους πρέπει να έχει τέσσερις τοπ κεντρικούς αμυντικούς, αλλά βλέπεις ότι ακόμα και ο Λεγκροτάλιες δεν παίζει πολύ. Παίζει ο Κιελίνι με τον Καναβάρο. Έτσι πήρα την απόφαση να φύγω“.
Και τότε εμφανίστηκε ο Ολυμπιακός;
“Ναι. Τότε ήρθε ο Ολυμπιακός, με όλους αυτούς τους τίτλους στην Ελλάδα και τη συνεχή παρουσία στο Τσάμπιοςν Λιγκ. Το θεώρησα μία πολύ καλή ευκαιρία“.
Όταν τελειώσεις την καριέρα σου θα ήθελες να επιστρέψεις στην Σουηδία;
“Δεν ξέρω. Πραγματικά δεν ξέρω. Λείπω τόσα χρόνια. Έχω συνηθίσει σε έναν άλλο τρόπο ζωής που μου αρέσει. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να γυρίσω“.