Διαβάστε το αφιέρωμα της Έλενας Βογιατζή στο e-magazine της ΕΟΚ για το Νικόλα Παπανικολάου ο οποίος για 11η χρονιά φορά την φανέλα του Ψυχικού.
Αναλυτικά:
Στις αρχές του 2000, έχοντας συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του, ο Νίκος Παπανικολάου βρέθηκε συνοδεία της μητέρας του από την Κω και τον Ηρακλή 2000 στην πολύβουη Αθήνα και την ΑΕΚ, κυνηγώντας το εφηβικό του όνειρο.
Η πλήρης ικανοποίηση, όμως, για τον έμπειρο πάουερ φόργουορντ/σέντερ ήρθε αρκετά χρόνια αργότερα. Όχι στην ΑΕΚ, αλλά στην ομάδα του Ψυχικού. Εκεί όπου παραμένει μέχρι σήμερα, διανύοντας μάλιστα την εφετινή περίοδο, τον ενδέκατο χρόνο παρουσίας του στον σύλλογο.
«Όταν ήρθα στην Αθήνα, ήμουν 15 χρόνων», θυμάται ο αρχηγός του Ψυχικού γυρίζοντας για μερικά λεπτά το χρόνο πίσω στη δεκαετία του 2000.
«Ειλικρινά δεν ξέρω αν θα άφηνα τη σημερινή εποχή το παιδί μου να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο. Τότε, δεν το πολυσκέφτηκα. Ήταν και διαφορετικές εποχές. Ήμουν ένα παιδί από το χωριό που του δόθηκε η ευκαιρία να πάει στην ΑΕΚ. Οποιοσδήποτε βρισκόταν στη θέση μου, δεν θα το σκεφτόταν πολύ».
Οι παραστάσεις όμως και οι εμπειρίες που βιώσατε εκείνη την περίοδο ως έφηβος, ήταν κατά κάποιο τρόπο μαθήματα ζωής.
«Πράγματι. Πήρα πολλά μαθήματα. Στην αρχή ήμουν μαζί με τη μητέρα μου. Μετά έφυγε και έμεινα μόνος μου. Οι γονείς μου βέβαια με είχαν πάντα από κοντά, αλλά εκείνη την περίοδο η ΑΕΚ έτυχε να έχει έναν εξαιρετικό έφορο: Τον κύριο Βαγγέλη Δερμανούτσο. Όλοι οι αθλητές στο εφηβικό ήμασταν σαν παιδιά του. Για μένα ήταν ο μπαμπάς μου στην Αθήνα».
Και από εφηβικό τμήμα της ΑΕΚ βρεθήκατε στο ανδρικό. Πώς ήταν τότε τα πράγματα;
«Ήταν το διάστημα που η ΑΕΚ μόλις είχε πάρει το πρωτάθλημα με προπονητή τον Ντράγκαν Σάκοτα και μετά ανέλαβε την ομάδα ο κ. Κατσικάρης ο οποίος και με κράτησε. Προηγουμένως είχα κάνει κάποιες προπονήσεις με τους άνδρες και ήμουν κατά κάποιο τρόπο προετοιμασμένος. Είχα ζήσει τις συνθήκες. Όσο μεγάλο όμως ήταν το άλμα που είχα κάνει πηγαίνοντας από την Κω στην ΑΕΚ, άλλο τόσο μεγάλο ήταν κι αυτό μεταξύ της εφηβικής ομάδας του συλλόγου και της ανδρικής, γιατί τότε αγωνιζόταν και στην Ευρωλίγκα».
Από την στιγμή που σας δόθηκε η ευκαιρία να αγωνιστείτε στην ανδρική ομάδα νιώσατε την πίεση του «πρέπει» να αποδώσετε σύμφωνα με τις απαιτήσεις που υπήρχαν;
«Αν το καλοσκεφτεί σήμερα ένας πιο έμπειρος ή πιο ώριμος άνθρωπος, ενδεχομένως να καταλάβει πόση πίεση μπορεί να δημιουργήσει η σκέψη και μόνο του “πρέπει” να αποδώσεις καλύτερα. Η αλήθεια όμως είναι ότι εγώ τότε ζούσα κάθε στιγμή. Χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα καλό. Δεν είναι και τόσο εύκολο να προσγειώσεις έναν νεαρό ηλικίας 18-19 χρόνων που παίζει στην ΑΕΚ και πληρώνεται με το “Χ” ποσό. Παρ’ όλα αυτά προφανώς σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει κάποια πίεση. Όχι απαραίτητα για το πώς θα αποδώσεις, αλλά για το αποτέλεσμα. Μπορεί προσωπικά να μην το ένιωθα αλλά όταν είσαι μέλος μιας ομάδας που κάνει πρωταθλητισμό, η πίεση μεταφέρεται και σε σένα».
Αναφέρατε ότι δεν είναι εύκολο για έναν αθλητή νεαρής ηλικίας να μείνει προσγειωμένος όταν αγωνίζεται σε έναν ισχυρό σύλλογο. Στη δική σας περίπτωση υπήρξαν φορές που νιώσατε να «χάνεται» το μυαλό σας.
«Ναι… Κάποια στιγμή… Όχι πολύ, αλλά ναι. Σ’ ένα, λογικό πλαίσιο, θα έλεγα».
Περνώντας όμως τα χρόνια και έχοντας πλέον διανύσει μια μεγάλη διαδρομή στο μπάσκετ, πιθανόν σήμερα είστε σε θέση να πείτε στους νεαρούς αθλητές κυρίως του Ψυχικού, του κινδύνους που κρύβουν η αναγνωσιμότητα, η παρουσία σ’ έναν ισχυρό σύλλογο, ακόμη και οι μεγάλες αμοιβές…
«Όταν βλέπω αθλητές υψηλού επιπέδου που έχουν τη δυνατότητα να αγωνιστούν σε μεγαλύτερη κατηγορία από την Elite League, θα τους πω μεν την άποψή μου, αλλά δεν είμαι άνθρωπος του τύπου, “έλα εδώ να σου πω συμβαίνει αυτό κι αυτό”.
Θα τους πω απλώς την άποψή μου βάσει των προσωπικών μου εμπειριών ή της αντίληψης που έχω σε ορισμένα θέματα. Σίγουρα κάθε νέος αθλητής έχει και άλλους ανθρώπους γύρω του τους οποίους συμβουλεύεται.
Την οικογένειά του, τον μάνατζέρ του. Από εκεί και πέρα όμως, από την στιγμή που είμαστε στην ίδια ομάδα και θα περάσουμε μαζί μια μπασκετική χρονιά, αν μου μου δοθεί η ευκαιρία θα του πω την άποψή μου».
Παρά το γεγονός ότι μετά την ΑΕΚ βρεθήκατε σε ομάδες με συμμετοχή στην Basket League, το 2012 πήγατε στο Ψυχικό και «ριζώσατε». Έντεκα χρόνια παρουσίας σ’ έναν σύλλογο, δεν τα λες και λίγα…
«Πήγα στο Ψυχικό ίσως στην καλύτερη μπασκετική ηλικία μου. Κι όπως είπατε «ρίζωσα» σ’ αυτό! Δεν μετανιώνω ούτε στιγμή, ούτε δευτερόλεπτο, που δεν έφυγα από την ομάδα. Αν γυρνούσα πίσω την μπασκετική μου ζωή ίσως να έκανα διαφορετικά κάποια πράγματα, αλλά αν η εξέλιξή μου ήταν αυτή που είναι σήμερα, πάλι το Ψυχικό θα επέλεγα».
Τι είναι αυτό που έχει δημιουργήσει έναν τόσο ισχυρό δεσμό με την ομάδα;
«Θα προσπαθήσω να απαντήσω στην ερώτηση με μία λέξη. Ή μάλλον με δυο.Η πρώτη είναι “σεβασμός”. Ο σεβασμός που έχουν όλοι απέναντι στους αθλητές. Η δεύτερη είναι “ανθρωπιά”».
Βλέπουν δηλαδή πρώτα τον άνθρωπο και μετά τον αθλητή;
«Ναι. Αυτό. Σε αντιμετωπίζουν ανθρώπινα. Σε κάθε στιγμή. Ακόμα και στην πιο δύσκολη που μπορεί να έρθει ένα αρνητικό αποτέλεσμα».
Σ’ αυτά τα έντεκα χρόνια θα υπήρξαν και κακές στιγμές και είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα έχετε ζήσει σχεδόν όλα. Ή όχι;
«Έντεκα χρόνια είναι αρκετά για να τα έχεις ζήσει όλα! Έτυχε να φύγω από την ομάδα μία χρονιά που κινδύνεψε και έπαιξε στα πλέι άουτ. Εκείνη την περίοδο είχα πάει στον Χολαργό που πρωταγωνιστούσε στο πρωτάθλημα και εξασφάλισε την άνοδό του στην Basket League.
Όλες τις υπόλοιπες, το Ψυχικό είχε μια αξιοπρεπέστατη πορεία, με αποκορύφωμα το 2022 που καταφέραμε να ανεβούμε στην Basket League ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τελικά η ομάδα δεν αγωνίστηκε στην κατηγορία για οικονομικούς λόγους.
Προφανώς μέσα σε 11 χρόνια μπορείς να ζήσεις τα πάντα. Αλλά θα επιστρέψω στην προηγούμενη ερώτηση και θα αναφέρω ξανά ότι όσο υπάρχει σεβασμός και ανθρωπιά, αυτά τα δύο θα είναι τα χαρακτηριστικά πάνω στα οποία θα στηρίζεται η συνεργασία με την ομάδα και θα βοηθούν ώστε να ξεπερνιόνται οι δύσκολες στιγμές».
Τη χρονιά που η ομάδα είχε πετύχει την άνοδό της στην Basket League, είχατε αναφέρει ότι θέλετε να ολοκληρώσετε την καριέρα σας στην Α1, ενώ μία από τις επιθυμίες σας ήταν να σας δουν τα παιδιά σας να αγωνίζεστε σ’ αυτήν. Εξακολουθείτε να έχετε την ίδια επιθυμία;
«Βεβαίως. Συνεχίζω να έχω την ίδια επιθυμία αλλά στο φετινό πρωτάθλημα της Elite League είναι δύσκολα τα πράγματα. Μην κρυβόμαστε… Δεν είμαστε το φαβορί. Βέβαια, ούτε το 2022 ήμασταν, αλλά φέτος εκτιμώ ότι θα είναι πιο δύσκολα. Ωστόσο, τίποτα δεν αποκλείεται. Το μπάσκετ είναι ένα παιχνίδι κι όπως μου ‘χε πει κάποτε ένας φίλος μου χαριτολογώντας, “πέντε αυτοί, πέντε κι εμείς”. Επομένως, ποτέ δεν ξέρεις».
Τα τελευταία χρόνια το πρωτάθλημα της Elite League είναι πιο δυνατό και πιο ανταγωνιστικό. Τι χρειάζεται μια ομάδα ώστε να αντέξει μέχρι το τέλος;
«Αρχικά υγεία μέσα στην ομάδα. Και δεν αναφέρομαι μόνο στη σωματική. Αναφέρομαι και στην υγιή συνεργασία. Από τη διοίκηση μέχρι το προπονητικό επιτελείο και τους αθλητές. Όταν μέσα σε μια αγωνιστική σεζόν υπάρχουν δύσκολοι αγώνες, πολλά ταξίδια, καθημερινές προπονήσεις και καθημερινή φθορά, χρειάζεται να υπάρχει υγιής συνεργασία.
Αυτό ισχύει για όλες τις ομάδες. Σ’ ένα σύνολο με δεκαπέντε διαφορετικούς ανθρώπους και ισάριθμους διαφορετικούς χαρακτήρες, δεν μπορεί να ταιριάξουν όλοι με όλους. Πρέπει να υπάρχει υγεία και σεβασμός ούτως ώστε να αποδεχθεί ο ένας την άποψη του άλλου κι όλοι μαζί να αποδεχθούμε την κατεύθυνση που θα μας δώσει ο κόουτς».
Ηδική σας σχέση με τον κόουτς Ρεμεντέλα είναι κάτι περισσότερο από σχέση αθλητή-προπονητή; Θα λέγατε ότι είναι οικογένεια;
«Με τον κόουτς συνεργαζόμαστε έντεκα χρόνια. Μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου εκείνος είναι ο προπονητής και εγώ ο αθλητής. Αλλά εκτός αυτών των γραμμών ναι, είναι αυτό που λέτε. Οικογένεια».
Αν είχατε τη δυνατότητα να γυρίσετε πίσω τον χρόνο, θα αλλάζατε κάτι; Αν ναι, ποιο θα ήταν αυτό;
«Το μόνο που θα άλλαζα θα ήταν η περίοδος που ήμουν μικρός. Μετά την πρώτη χρονιά στην ΑΕΚ. Έχοντας δει πώς λειτουργούσε μια μεγάλη ομάδα που αγωνίζεται στην Ευρωλίγκα, θα έφευγα. Όσο δύσκολο κι αν ήταν αυτό. Θα πήγαινα κάπου που θα είχα χρόνο συμμετοχής. Θεωρώ, κι αυτό είναι κάτι το οποίο το λέω ως συμβουλή στους νεαρούς συμπαίκτες μου και τους φίλους μου, ότι ένας αθλητής γίνεται καλύτερος μέσα από τα λάθη του.
Αν έχεις χρόνο συμμετοχής και κάνει λάθος μέσα στο παιχνίδι, θα μάθεις περισσότερα πράγματα από έναν μεγαλύτερο ή πιο έμπειρο. Θα βελτιωθείς και θα προσπαθήσεις να γίνεις καλύτερος.
Αυτή είναι η προσωπική μου αντίληψη. Κι αυτήν τη συμβουλή θα δώσω και στα παιδιά μου. Αν φυσικά επιλέξουν να ασχοληθούν με τον αθλητισμό…».
Έλενα Βογιατζή