Με τη δύναμη της τηλεόρασης στο ποδόσφαιρο τα έβαλε ο Σερ Αλεξ Φέργκιουσον, που ναι μεν προσφέρει μεγάλα χρηματικά ποσά στις ομάδες, αλλά όχι αυτά που θα έπρεπε. Από την άλλη αποφασίζει πλέον η ίδια πότε θα αγωνιστεί η κάθε ομάδα, με τον Σκωτσέζο τεχνικό να κάνει λόγο για θεϊκή δύναμη!
Τα οικονομικά δεδομένα στην Πρέμιερ Λιγκ μοιάζουν εξωπραγματικά! Λίγα χρόνια νωρίτερα το Setanta υπέγραψε συμφωνία με την Πρέμιερ Λιγκ για 69 παιχνίδια έναντι 159 εκ λιρών. Το 2009 η τελευταία σύμβαση με τα δικαιώματα να έχουν περάσει πλέον στα χέρια του SKY, προέβλεπε οι 115 αγώνες κοστίζουν 1,6 δις λίρες!
Η κάθε ομάδα πλέον παίρνει περίπου 4,3 εκ λίρες για κάθε αγώνα της που μεταδίδεται τηλεοπτικά ζωντανά και με τον τρόπο αυτό η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ εξασφάλισε πέρυσι 60 εκ λίρες, μαζί με τα μπόνους για κατάκτηση του πρωταθλήματος! Κι όμως ο Σκωτσέζος τεχνικός πιστεύει ότι δεν είναι αρκετά: «Όταν σκέφτεσαι ότι το προϊόν πωλείται σε 200 χώρες καταλαβαίνεις ότι τελικά δεν εισπράττεις τα σωστά χρήματα».
Τα παράπονα έπειτα έρχονται με τη μορφή χιονοστιβάδας: «Όταν δίνεις τα χέρια με το διάβολο πρέπει να πληρώσεις το αντίτιμο. Η τηλεόραση αυτή τη στιγμή μοιάζει με το Θεό. Επειδή επιλέγουν τις μέρες και τις ώρες που τους βολεύουν, η κατάσταση γίνεται γελοία. Αναγκάζεσαι να παίξεις μερικές φορές Τετάρτη βράδυ για το Τσάμπιονς Λιγκ και έπειτα μεσημέρι Σαββάτου. Κανείς προπονητής στον κόσμο δεν θα ήθελε κάτι τέτοιο για την ομάδα του».
Η απάντηση ήρθε από έναν παλαίμαχο προπονητή και πρώην εκτελεστικό διευθυντή της Αγγλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, Μπράιαν Μπάργουικ: «Τα λεγόμενα του Σερ Άλεξ πρέπει πάντα να τα παίρνεις σοβαρά. Είναι ένας πολύ έξυπνος και έμπειρος άνθρωπος του ποδοσφαίρου.
Σε αυτό το ζήτημα όμως η δική μου άποψη είναι ότι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είχε τη μερίδα του λέοντος στα τηλεοπτικά όλα αυτά τα χρόνια και μπόρεσε να φτιάξει το «Ολντ Τράφορντ» και ένα ποιοτικότατο ρόστερ. Πάντα θα τα πηγαίνει καλά στα τηλεοπτικά δικαιώματα, γιατί έχει πολλούς οπαδούς. Πρέπει να δοθούν συγχαρητήρια που η Πρέμιερ Λιγκ προβάλλεται σε τόσες πολλές χώρες και όχι να ασκείται κριτική. Αποτελεί μεγάλη επιτυχία αυτό».