Μια… χορταστική συνέντευξη στην ιστοσελίδα meinwerder.de παραχώρησε ο Στέφανος Καπίνο, με τον διεθνή πορτιέρο να μιλάει, φυσικά, επί παντός… επιστητού αναφορικά με τη Βέρντερ Βρέμης.
Ο Καπίνο αναφέρθηκε παράλληλα στην εμπειρία του από τα ελληνικά ντέρμπι και το συναίσθημα να αγωνίζεται κανείς σε παιχνίδια Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού. Ενώ ο 25χρονος γκολκίπερ έκανε ειδική μνεία και στα εφόδια που πήρε από την οικογένειά του…
Αναλυτικά όσα δήλωσε ο Καπίνο:
– Σου αρέσει το ρίσκο;
«Ναι, μου αρέσει (γέλια). Γιατί;»
– Μεγάλωσες στον Πειραιά, αλλά στη συνέχεια δεν πήγες στον Ολυμπιακό. Έπαιξες στον μεγάλο αντίπαλο, τον Παναθηναϊκό. Αυτό ακούγεται τρελό!
«Όχι, δεν είναι τρελό. Εκείνη την εποχή έπρεπε να αποφασίσω μεταξύ των δύο συλλόγων. Ο Παναθηναϊκός μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω κι έτσι αποφάσισα να πάω εκεί. Αργότερα έπαιξα και στον Ολυμπιακό. Αυτή είναι η ζωή του ποδοσφαιριστή».
– Έκανες πολύ καλή αρχή στον Παναθηναϊκό εκείνη την εποχή, μόλις στα 17 σου έκανες το ντεμπούτο σου στην πρώτη κατηγορία και λίγο αργότερα στην Εθνική ομάδα. Είσαι κάτοχος αυτού του ρεκόρ. Τέτοια ρεκόρ σε κάνουν υπερήφανο;
«Φυσικά είμαι υπερήφανος. Είναι ωραίο που το όνομά μου συνδέεται με αυτό».
– Αυτό δεν αυξάνει αυτόματα την πίεση στη χώρα σου;
«Όταν φτάνεις τόσο ψηλά τόσο νέος, τότε μπορεί να περιμένεις τα πράγματα να εξελιχθούν γρηγορότερα. Αλλά αυτό δεν είναι τόσο εύκολο. Δεν έχει να κάνει μόνο με σένα, αλλά πάντα χρειάζεσαι και τη βοήθεια της ομάδας και των προπονητών. Σε αυτήν την ηλικία πολλά λάθη μπορούν να συμβούν, δεν έχεις μεγαλώσει ακόμα πραγματικά».
– Με ποιον τρόπο είναι, ενδεχομένως, ιδιαίτερα δύσκολο να είσαι τερματοφύλακας; Αν είσαι, για παράδειγμα, το νούμερο δύο, δεν έχεις τόσες πολλές ευκαιρίες να αγωνιστείς όπως ίσως ένας παίκτης που αγωνίζεται και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε άλλη θέση…
«Είναι διαφορετικό, σίγουρα. Αν είσαι τερματοφύλακας, πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος στο 100%, γιατί ίσως να έχεις την ευκαιρία σου μόνο μία φορά. Μερικές φορές πρέπει να περιμένεις μέχρι το νούμερο ένα να τραυματιστεί ή να αποβληθεί. Γι ‘αυτό πρέπει να δίνεις το μέγιστο σε κάθε προπόνηση για να δείξεις ότι είσαι εκεί και ότι η ομάδα μπορεί να σε εμπιστευτεί. Και όταν συμβεί κάτι πρέπει επίσης να δείξεις σε όλους τους άλλους ότι είσαι αρκετά καλός».
– Αυτό ακούγεται σαν η υπομονή να είναι η μεγάλη σου δύναμη. Είναι η εντύπωση παραπλανητική;
«Δεν ήταν (γέλια). Αλλά είναι κάτι για το οποίο δουλεύω πολύ. Η ανυπομονησία ήταν ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που έκανα τα τελευταία χρόνια. Εν τω μεταξύ, νιώθω πιο ώριμος και μπορώ να αντιμετωπίσω κάποιες καταστάσεις πολύ καλύτερα. Πλέον είμαι πραγματικά υπομονετικός, μπορώ να περιμένω (γέλια)».
– Πόσο δύσκολη ήταν για εσένα η μετακίνηση στη Βρέμη; Κανονικά, ένας τερματοφύλακας έρχεται σε ένα σύλλογο για να είναι το νούμερο ένα. Αλλά ήταν άμεσα σαφές σε εσένα πως θα είσαι το νούμερο δύο, πίσω από τον Γίρι Παβλένκα…
«Αυτό είναι σωστό, αλλά υπάρχει ένα πραγματικά καλό πρότζεκτ εδώ. Ο Φλόριαν Κόφελντ, ο Κρίστιαν Φάντερ και ο Φρανκ Μπάουμαν μου έδειξαν αμέσως ότι με θέλουν. Ήθελα επίσης πραγματικά να βρεθώ σε ένα υγιές περιβάλλον και πιστεύω, δόξα τον Θεό, ότι αυτή ήταν μια από τις καλύτερες αποφάσεις μου. Είναι ένα μεγάλο κλαμπ. Στα αποδυτήρια η ατμόσφαιρα είναι η καλύτερη που έχω συναντήσει ποτέ μου. Γι’ αυτό κάνουμε μια τόσο καλή σεζόν. Βρισκόμαστε στα προημιτελικά του Κυπέλλου, όγδοοι στη Bundesliga. Είναι μια καλή χρονιά, σε σύγκριση με την τελευταία».
– Όταν ήρθες στη Βρέμη, τραυματίστηκες αμέσως κι έμεινες εκτός. Πόσο σκληρό ήταν αυτό το διάστημα για εσένα;
«Ήταν πολύ σκληρό γιατί έκανα καλή αρχή στη Βέρντερ. Είχα έναν αντίστοιχο τραυματισμό πριν, όταν ήμουν στον Ολυμπιακό. Εκείνη την εποχή δεν είχα κάνει σωστή αποκατάσταση, γιατί ήθελα να παίξω ξανά γρήγορα. Αυτή τη φορά ήμουν πιο υπομονετικός».
– Παρά την μακροχρόνια απουσία σου στο ξεκίνημα υπάρχει η αίσθηση ότι έχεις ενσωματωθεί πολύ καλά στην ομάδα. Υπάρχουν πολλά γέλια, όλοι δείχνουν να σε συμπαθούν. Πως το κατάφερες αυτό;
«Δεν το ξέρω ούτε κι αυτό (γέλια). Είναι απλά στη φύση μου. Όπως είπα και πριν, αυτό το δέσιμο με τα παιδιά είναι ιδιαίτερο. Υπάρχει από την πρώτη μου μέρα εδώ. Αλλά δεν ήθελα να είμαι ο λυπημένος τύπο που απομακρύνεται μετά τον τραυματισμό του και δεν μιλάει σε κανέναν πλέον. Τέτοια πράγματα συμβαίνουν και ο Κρίστιαν Φάντερ με τον Φλόριαν Κόφελντ με βοήθησαν πολύ σε αυτή την κατάσταση. Ειδικότερα ο Κρίστιαν μου έλεγε συχνά ότι πιστεύει σε εμένα».
– Έχεις βιώσει συγκρίσιμη ατμόσφαιρα στην Ελλάδα;
«Είναι εντελώς διαφορετικό. Όταν παίζεις στις κορυφαίες ομάδες εκεί, η πίεση είναι τεράστια. Δεν επιτρέπεται να χάσεις ούτε ένα παιχνίδι. Όταν υπάρχει τόσο μεγάλη πίεση, δεν είναι τόσο εύκολο να το διαχειριστούν τα αποδυτήρια. Υπάρχει πίεση κι εδώ στη Βρέμη, αλλά με τη θετική έννοια».
– Μετά την παρουσία σου στον Παναθηναϊκό, έπαιξες για ένα χρόνο στη Μάιντς πριν μετακινηθείς στον Ολυμπιακό. Υπάρχει μεγάλη αντιπαλότητα ανάμεσα στις δύο ομάδες και μόλις πρόσφατα διακόπηκε ένα ματς. Πως βίωσες αυτά τα ντέρμπι ως παίκτης, φοβήθηκες ποτέ τις εντάσεις;
«Έπαιξα και στις δύο ομάδες και για αυτό ξέρω πώς αισθάνεσαι όταν βρίσκεσαι σε κάθε πλευρά. Ως Έλληνας δεν φοβήθηκα. Φυσικά, δεν είναι καλό που συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Δεν μπορεί να σου αρέσουν, αν δεν ξέρεις αν το παιχνίδι μπορεί όντως να διεξαχθεί. Εάν μπορέσουν να καταφέρουν αυτό το πρόβλημα να μην υπάρχει πλέον, τότε για εμένα είναι ένα από τα παιχνίδια με την καλύτερη ατμόσφαιρα. Είναι απίστευτο το να είσαι μέρος τέτοιων ντέρμπι».
– Έχεις ακούσει για την αντιπαλότητα ανάμεσα στη Βέρντερ και το Αμβούργο;
«Σε κάθε περίπτωση, ανυπομονώ –είτε στα ημιτελικά είτε στον τελικό του Κυπέλλου. Θα ήθελα να το ζήσω αυτό».
– Μέχρι τώρα ήσουν «θεατής» στο Βέζερσταντιον. Είναι σίγουρα δύσκολο να βρίσκεσαι εκεί, αλλά να κάθεσαι πάντα στον πάγκο.
«Ο καθένας θέλει να παίζει, φυσικά. Αλλά ήξερα την κατάσταση από την αρχή και δεν μπορώ να απαιτήσω κάτι τώρα. Ο Γίρι παίζει και το κάνει καλά. Και θέλω να παίζει καλά, γιατί θέλω να κερδίζει η ομάδα. Για αυτό είμαι εντάξει».
– Τι πιστεύεις, πόσο πρέπει να περιμένεις;
«Δεν το ξέρω αυτό. Εξαρτάται πολύ από το αν θέλει να παραμείνει εδώ και το τι θα συμβεί στην αγορά. Δεν μπορώ να το πω αυτό τώρα. Αυτή τη στιγμή επικεντρωνόμαστε στο υπόλοιπο της σεζόν και μετά θα δούμε».
– Αν υποθέσουμε ότι ο Παβλένκα αποχωρεί το καλοκαίρι. Θα ήσουν απογοητευμένος αν η Βέρντερ αποκτούσε έναν άλλο παίκτη για νέο νούμερο και δεν σου έδινε τη θέση;
«Κάθε μέρα στην προπόνηση, πρέπει να δείτε τι κάνω και μετά να αποφασίσετε. Δεν μπορώ να κάνω πολλά αλλά πάντα δίνω το 100%. Φυσικά και θέλω να γίνω το νούμερο ένα, αν ο Γίρι αποχωρήσει από την ομάδα. Αυτός είναι ο στόχος μου, για αυτό ήρθα».
– Πόση σημασία είχαν οι γονείς του στην ανάπλαση του χαρακτήρα σου;
«Ήταν πολύ σημαντικοί για εμένα και μου έμαθαν πολλά. Δούλευαν πολύ σκληρά, δεν είχαμε πολλά λεφτά. Ήμασταν μια τυπική ελληνική οικογένεια. Αλλά και οι άνθρωποι στην ακαδημία του Παναθηναϊκού ήταν σημαντικοί για εμένα, μετά».
– Στη Γερμανία ασχοληθήκαμε τα τελευταία χρόνια πολύ με τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας. Χρησιμοποιείς τα χρήματα που κερδίζεις από το ποδόσφαιρο για να κάνεις τη ζωή της οικογένειάς σου πιο εύκολη;
«Φυσικά. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς στόχους μου. Όταν έβγαλα τα πρώτα μου χρήματα, προσπάθησα να πείσω τη μητέρα μου να σταματήσει να δουλεύει. Ήταν μια απλή καθαρίστρια για περίπου 20 χρόνια. Ήθελα να της προσφέρω μια καλύτερη ζωή, γιατί εκείνη και ο πατέρας μου δούλευαν όλη μέρα για να μας δώσουν τα πάντα. Δεν μας έλειπε τίποτα, όμως πάλεψαν σκληρά γι’ αυτό. Με τα λεφτά μου, ήθελα να τους δώσω τη δυνατότητα όχι μόνο να δουλεύουν, αλλά και να ζήσουν».