Για τη μεταγραφή του στην Παλέρμο:
“Είναι ένας στόχος ζωής. Φιλοδοξία που προσπαθούσα να πραγματοποιήσω καιρό και έκανα ένα ντεμπούτο πραγματικά ιδανικό”.
Για το επίπεδο της Παλέρμο:
“Έχει παίκτες πολύ μεγάλης ποιότητας και της αρέσει το επιθετικό ποδόσφαιρο. Μπορεί να τη συγκρίνουν με μέτριες ελληνικές ομάδες, αλλά θα έπαιρνε το πρωτάθλημα στην Ελλάδα. Είναι πολύ μεγάλες ομάδες όσες είναι σε αυτό το επίπεδο και παίζουν πραγματικά σε ένα πολύ δύσκολο πρωτάθλημα”.
Για τον Μπαλτσαρέτι:
“Είναι ένας διεθνής Ιταλός παίκτης. Έπαθα πλάκα με τον συγκεκριμένο ποδοσφαιριστή επειδή δουλεύει ακατάπαυστα. Έχει προσωπικό γυμναστή, κάτι για το οποίο έχει φροντίσει η Εθνική Ιταλίας, όπως και για όλους τους διεθνείς. Δουλεύει ακόμα και στο σπίτι”.
Για το τι του έχει κάνει εντύπωση μέχρι στιγμής:
“Η αγάπη του κόσμου. Και στην Ελλάδα υπάρχει, αλλά υπάρχει και καχυποψία. Εδώ όλος ο κόσμος, άνθρωποι κοντά στα 60-70 κάνουν σαν τρελοί για να βγάλουν μια φωτογραφία με τους ποδοσφαιριστές. Περιμένουν έξω από τα ξενοδοχεία, από το προπονητικό κέντρο, παντού. Δεν τους απασχολεί η ομάδα πως και τι. Απλά θέλουν να τη βλέπουν να προσπαθεί. Να παλεύουν οι ποδοσφαιριστές”.
Για το αν έχει μπει στο κλίμα της νέας του ομάδας:
“Με έχουν δεχτεί αρκετά ζεστά, κάτι που με χαροποιεί ιδιαίτερα. Μετά το πρώτο μου ματς ήταν αρκετά θερμοί. Μερικοί προσπαθούν να μου μιλήσουν στα ελληνικά. Λένε “καλημέρα”, “καλησπέρα”, “τι κάνεις φίλε” και λοιπά”.
Για τους στόχους της Παλέρμο τη φετινή σεζόν:
“Να πάμε λίγο πιο ψηλά από πέρσι. Το πιο σημαντικό είναι να βγούμε στην Ευρώπη. Τους έχει πειράξει που δεν μπήκαν στους ομίλους του Europa League. Αλλά δεν μένουν σε αυτό, κοιτάνε μπροστά”.
Για τις διαφορές μέσω μιας μεταγραφής στο εξωτερικό:
“Κατάλαβα γιατί είναι πολύ δύσκολο για τους Έλληνες να κάνουν μια μεταγραφή σε μεγάλο πρωτάθλημα. Αν δεν πας σε ένα δυνατό πρωτάθλημα όπως το ιταλικό, το γερμανικό, το ισπανικό, παραμένεις “φτωχός” ποδοσφαιρικά. Εμένα στόχος μου ήταν το εξωτερικό από τότε πού ήμουν στον ΟΦΗ. Τότε πήγα στον Παναθηναϊκό για να παίξω και δεν μετανιώνω γι’ αυτό”.
Για τη θητεία του στον Παναθηναϊκό:
“Το πέρασμά μου δεν ήταν αποτυχημένο, αν και μερικοί ήθελαν να το παρουσιάσουν έτσι. Δεν έχω καμία πίκρα για την ομάδα. Πήρα ένα Κύπελλο και ένα πρωτάθλημα και κάναμε μια πορεία στην Ευρώπη. Δεν ήμουν 5 ή 10 χρόνια χωρίς τίτλο”.
Για το τι λέει στους Ιταλούς για τον Παναθηναϊκό:
“Με ρωτάνε για τον Παναθηναϊκό και τους λέω ότι είναι ένα τεράστιο κλαμπ και πραγματικά είναι. Και στην Ευρώπη είναι ένα μεγάλο μέγεθος. Έχει τρομερές εγκαταστάσεις ακόμα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αλλά αυτά που γίνονται καμιά φορά, που σε κυνηγάει ο κόσμος δεν είναι ωραία”.
Για το πώς εξηγεί το γεγονός ότι μια ομάδα που πήρε το νταμπλ πήγε τόσο άσχημα πέρσι:
“Είναι κάτι που δεν μπορώ να το εξηγήσω. Είχα πει και πέρσι ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχουν και οι παίκτες. Από εκεί και πέρα τα διοικητικά έχουν επηρεάσει τον κόσμο και αυτός με τη σειρά τους τους παίκτες. Αυτοί περιμένουν διοικητική σταθερότητα και ένα υγιές περιβάλλον για να μπορούν να δουλεύουν απερίσπαστοι. Ο κόσμος παραπονιόταν και δεν μας παρότρυνε όταν ερχόταν στο γήπεδο. Ο Παναθηναϊκός είναι μια ελληνική ομάδα, που αποτελείται από πολλούς Έλληνες, όχι από ελάχιστους όπως ο Ολυμπιακός, και λογικό ήταν να επηρεαζόταν αρκετά. Νομίζω ότι συνέβησαν πολλά για να μπορέσουν να γίνουν όλα όσα έγιναν”.
Για την Εθνική:
“Αν θέλουμε να μιλάμε για απευθείας πρόκριση, μιλάμε όχι για έναν, αλλά για δύο τελικούς. Θέλουμε νίκες με Κροατία και με Γεωργία. Αν δεν έρθει κάποιο αποτέλεσμα που θα μας ευνοήσει, το σημαντικότερο είναι να πάρουμε έστω και το χι από την Κροατία, μήπως προκριθούμε ως καλύτεροι δεύτεροι. Αλλιώς στα μπαράζ που είναι και κάτι γνώριμο για εμάς. Τρομερά σημαντικό είναι το ματς με την Κροατία και πρέπει να έχουμε ένα γεμάτο γήπεδο. Πρέπει να υπάρχει συσπείρωση και όλοι να είναι κοντά μας”.
Για το αν έχει επικοινωνία με τον Τζιμπρίλ Σισέ:
“Δεν έχουμε καταφέρει να μιλήσουμε όσο είμαι εδώ. Είχαμε μιλήσει όσο ήμουν ακόμα στην Αθήνα. Θα είναι μια ωραία συνάντηση όταν βρεθούν οι ομάδες μας στο πρωτάθλημα”.
Για τον επόμενο αγώνα κόντρα στην Αταλάντα:
“Μακάρι να κάνουμε το δύο στα δύο”.