Το Μάντσεστερ είναι μια μουντή, βροχερή πόλη, αλλά έχει και αυτή τις ομορφιές της. Ο Γιώργος Σαμαράς τις ανακάλυψε τη διετία που έπαιζε στην Σίτι, έστω και αν ποδοσφαιρικά η πρώτη του εμπειρία στην Premier League δεν ήταν η καλύτερη δυνατή. Ποιος ξέρει, όμως, ίσως σύντομα δοθεί στον Ελληνα επιθετικό η ευκαιρία να επιστρέψει στο Μάντσεστερ και μάλιστα όχι για τους (ανερχόμενους) Πολίτες, αλλά για την κορυφαία αγγλική ομάδα της τελευταίας 15ετίας και έναν από τους πιο ιστορικούς συλλόγους στον κόσμο!
Οχι, δεν είναι ετεροχρονισμένο πρωταπριλιάτικο αστείο. Η Γιουνάιτεντ και ο Σερ Αλεξ Φέργκιουσον έχουν στα υπόψη τους τον 25χρονο «Sam», τα ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά του οποίου αρέσουν ιδιαιτέρως στον Σκωτσέζο τεχνικό.
Ο «Φέργκι» παρακολουθούσε στενά τον Σαμαρά από την εποχή ακόμα που αγωνιζόταν στη Χίρενφεϊν, όσο τον είχε κοντά (ελέω Σίτι) δεν παρέλειπε να του ρίχνει… κλεφτές ματιές, οι οποίες έχουν ενταθεί από τότε που ο νεαρός επιθετικός άφησε το Μάντσεστερ για τη Γλασκώβη και τη Σέλτικ.
Με τους Καθολικούς ο Σαμαράς έχει συμβόλαιο έως το 2011, σε γενικές γραμμές δεν μπορεί να μην είναι ικανοποιημένος από την εμπειρία του στη Σκωτία, αλλά μια πιθανή «πρόσκληση» από τη Γιουνάιτεντ αποτελεί όνειρο ζωής για κάθε ποδοσφαιριστή και ο συμπατριώτης μας δεν ξεχνάει να έχει πάντα μαζί του το κινητό για… παν ενδεχόμενο.
Το (αποδεδειγμένο) ενδιαφέρον δεν έχει μείνει σε απλές φιλολογικές συζητήσεις για έναν ποδοσφαιριστή που φιλοδοξεί να ανεβάσει και άλλο τις μετοχές του στο πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο της καριέρας του, αν και εκτός από τη Γιουνάιτεντ βρίσκεται στα υπ’ όψιν ακόμα τριών-τεσσάρων ομάδων της Πρέμιερ Λιγκ.
Στα νιάτα του ο Φέργκιουσον υπήρξε ποδοσφαιριστής των Ρέιντζερς, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να έχει εξαιρετικές σχέσεις με την διοίκηση της Σέλτικ, με την οποία άλλωστε η Γιουνάιτεντ έχει κάνει ουκ ολίγα deals στο παρελθόν, με πιο πρόσφατο (και πιο τρανταχτό) τη μετακίνηση του Ρόι Κιν από το Μάντσεστερ στην Γλασκώβη. Η πρώτη μεταγραφή του αείμνηστου Ματ Μπάσμπι στον πάγκο της Γιουνάιτεντ προερχόταν από τη Σέλτικ (Τζίμι Ντιλέινι). Γιατί, λοιπόν, να μη συνεχιστεί αυτό το «δούναι και λαβείν»; Αν, μάλιστα, έχει και… ελληνική απόχρωση, ακόμα καλύτερα!