Επόμενο αφιέρωμα στο giafkasports για έναν μπασκετμπολίστα από τον μαγικό κόσμο του NBA που είχε όλα τα ταλέντα πάνω του εκτός από τις βολές….Και φυσικά αναφέρωμαι στον Σακίλ Ο’Νιλ!
Ο «Σακ» αγωνίστηκε σε έξι ομάδες (Ορλάντο Μάτζικ, Λος Αντζελες Λέικερς, Μαϊάμι Χιτ, Φοίνιξ Σανς, Κλίβελαντ Καβαλίερς και Μπόστον Σέλτικς), πανηγυρίζοντας την κατάκτηση τεσσάρων πρωταθλημάτων του ΝΒΑ.
Βεβαίως τα οκτώ καλύτερά και πιο δημιουργικά του χρόνια τα πέρασε στους Λέικερς, στους οποίους μαζί με τον Κόμπι Μπράιαντ συνέθεσαν ένα από τα καλύτερα δίδυμα στην ιστορία του ΝΒΑ.
Στους «λιμνάνθρωπους» και υπό τις οδηγίες του Φιλ Τζάκσον, ο «Σακ» πανηγύρισε την κατάκτηση τριών σερί πρωταθλημάτων (2000, 2001, 2002), ενώ έφτασε σε ένα ακόμη με τους Μαϊάμι Χιτ το 2006, παρέ με τον Ντουέιν Γουέιντ.
Τελευταίος σταθμός της μαγικής του καριέρας οι Μπόστον Σέλτικς με τους οποίους ονειρευόταν ένα ακόμη πρωτάθλημα, ωστόσο η προχωρημένη του ηλικία αλλά και τα προβλήματα τραυματισμών δεν τον άφησαν να βοηθήσει όσο θα ήθελε.
Όπως και να ‘χει όμως ο Σακίλ Ο’ Νιλ κατάφερε να γράψει το όνομά του στην ιστορία του Παγκοσμίου μπάσκετ με χρυσά γράμματα και να συγκαταλέγεται δικαίως μεταξύ των 3-4 κορυφαίων σέντερ όλων των εποχών.
Οι κυριότερες διακρίσεις του Σακίλ Ο’ Νιλ
• 4× NBA Champion (2000, 2001, 2002, 2006)
• 3× NBA Finals MVP (2000–2002)
• NBA Most Valuable Player (2000)
• NBA Rookie of the Year (1993)
• 15× NBA All-Star (1993–1998, 2000–2007, 2009)
• 2× NBA scoring champion (1995, 2000)
• 8× All-NBA First Team (1998, 2000–2006)
• 2× All-NBA Second Team (1995, 1999)
• 4× All-NBA Third Team (1994, 1996–1997, 2009)
• 3× All-Defensive Second Team (2000–2001, 2003)
• NBA All-Rookie First Team (1993)
• 3× NBA All-Star Game MVP (2000, 2004, 2009)
Πάμε να αναλύσουμε λίγο παραπάνω για τον ”γίγαντα” Σακίλ!
Ύστερα από 19 χρόνια στο NBA, τέσσερα πρωταθλήματα, πολυποίκιλες ατομικές και ομαδικές διακρίσεις, ταινίες, ραπ δίσκους και αμέτρητες ατάκες αποσύρθηκε αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Κακά τα ψέματα, ο «Shaq» είναι ένας και μοναδικός.
Πιο μοναδικός και πιο αυθεντικός απ’ ό,τι οποιοσδήποτε παίκτης του NBA από την περίοδο του Μάικλ Τζόρνταν και μετά. Και πιο μοναδικός ίσως απ’ ό,τι οποιοσδήποτε επαγγελματίας αθλητής έχει υπάρξει ποτέ…
Για να το θέσουμε απλά… Δεύτερος Σακίλ δεν πρόκειται να βγει. Και για να πάμε ένα βήμα πιο μακριά: είναι τόσο σίγουρο πως δε θα βγει δεύτερος Σακίλ, όσο σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται να βγει ποτέ δεύτερος Μάικλ Τζόρνταν. Μόνο «υποκατάστατα». Είναι η μοναδικότητα το στοιχείο εκείνο που κάνει τη διαφορά. Η εκ των πραγμάτων αντίληψη κοινώς που αφορά έναν άνθρωπο, ο οποίος χάραξε το δρόμο πάνω στον οποίο θα πατήσουν οι επόμενοι. Το αν αυτοί θα τον διαβούν καλύτερα είναι δικό τους θέμα. Όμως όλοι θ’ ακολουθήσουν το μονοπάτι που αυτός πρώτος δημιούργησε και περπάτησε.
Τόσο ψηλά έθεσε τον πήχη ο Σακίλ. Και όχι μόνο αγωνιστικά, αλλά σε όλα τα επίπεδα. Ως πολυσχιδής προσωπικότητα, ως η αποθέωση του χιούμορ, ως ο σταρ με την ανθρώπινη φύση, ως ο καταξιωμένος αστέρας που αυτοσαρκάζεται δίχως το παραμικρό ίχνος κόμπλεξ και ως ο τύπος που δε μασάει τα λόγια του. Ναι, λοιπόν, ο «Shaq» μας λείπει. Για όλα αυτά που αντιπροσώπευε. Τα οποία, όπως θα δείτε παρακάτω ήταν πάρα πολλά.
Από το ξεκίνημα της πορείας του στο NBA κιόλας, ο «Shaq» είχε μια ευλογία και μια κατάρα την ίδια στιγμή: δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει ο νέος Μάικλ Τζόρνταν. Θα μπορούσε να γίνει-όπως κι έγινε-το κεντρικό πρόσωπο του NBA, όμως χτίζοντας πάνω σε ένα βάθρο αποκλειστικά δικό του. Κι αυτό, διότι οι συγκρίσεις με τον «Air» εκ των πραγμάτων θα έμεναν στη σφαίρα της φαντασίας. Για πολλούς και διάφορους λόγους ποικίλης φύσης.
Δε θα μπορούσε να γίνει νέος Τζόρνταν, λόγω θέσης. Άλλο πράγμα ο σέντερ, άλλο πράγμα ο γκαρντ. Δε θα μπορούσε, λόγω image. Άλλο πράγμα ο όμορφος κοστουμαρισμένος Μάικλ, άλλο ο… μπουνταλάς με αμφίεση ράπερ «Shaq». Επίσης λόγω τρόπου παιχνιδιού. Ο MJ ήταν η χαρά του μπάσκετ, ο πιο τεχνίτης και εφευρετικός παίκτης που έχει εμφανιστεί, με πιρουέτες που αψηφούσαν την ανθρώπινη λογική. Ο «Shaq» πάλι ήταν μια ωμή δύναμη της φύσης που ειδικά στα πρώτα χρόνια της καριέρας του σκόραρε μόνο με βροντερά καρφώματα, γκρεμίζοντας σε κάποιες περιπτώσεις ολόκληρες μπασκέτες. Ο πρώτος άγγιξε την τελειότητα βελτιώνοντας κάθε χρόνο κι ένα από τα αδύναμα σημεία του παιχνιδιού του. Ο δεύτερος ολοκλήρωσε την καριέρα του, δίχως να μάθει ποτέ να εκτελεί ελεύθερες βολές. Με λίγα λόγια ο Ο’Νιλ δε θα μπορούσε να γίνει Τζόρνταν διότι ποτέ δεν αφοσιώθηκε στον μπασκετικό του μύθο στο βαθμό που το έκανε ο «Αέρινος».
Την ίδια ώρα όμως θα ήταν κουτό να ενστερνιστούμε την άποψη που υποστηρίζουν κάποιοι πολέμιοί του, πως και καλά δεν ήξερε μπάσκετ και χρησιμοποιούσε απλά τη δύναμή του. Ο Ντόμινικ Ουίλκινς κάποτε δήλωσε πως «δε γίνεται να σκοράρεις 30 πόντους σε κάθε παιχνίδι μόνο με καρφώματα» και είχε απόλυτο δίκιο. Το ίδιο θα μπορούσε να πει και ο «Shaq». Ο οποίος «Shaq» μην ξεχνιόμαστε, είναι ο πέμπτος σκόρερ στην ιστορία του NBA πίσω μόνο από τους Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ, Καρλ Μαλόουν, Μάικλ Τζόρνταν και Ουίλτ Τσάμπερλεν. Ο οποίος «Shaq» για όσους… επέλεξαν να το αγνοήσουν δε σκόραρε μόνο με καρφώματα, αλλά με το πέρασμα των χρόνων κατάφερε να δημιουργήσει ένα πολύ αποτελεσματικό hook-shot, αλλά κι ένα επίσης θανατηφόρο πίβοτ. Ο οποίος «Shaq» έμαθε να πασάρει και να σπάει έτσι κάθε double-team. Ο οποίος «Shaq» ύστερα από την ήττα στου στους τελικούς του 1995 από τον Χακίμ Ολάτζουον ξεκίνησε να παρακολουθεί συστηματικά κασέτες του τελευταίου, προκειμένου να μάθει να χρησιμοποιεί όσο το δυνατόν καλύτερα το σώμα και τα πόδια του.
Συνοψίζοντας, ο «Shaq» δεν υπήρχε περίπτωση ποτέ να γίνει Μάικλ. Όμως σε κάθε ενδεχόμενο εξελίχθηκε σε έναν από τους δέκα (για να μην πούμε πέντε) καλύτερους παίκτες που έχουν αγωνιστεί στο πρωτάθλημα. Και το έκανε παίζοντας μπάσκετ, όχι πάλη. Δε γίνεσαι πέμπτος σκόρερ όλων των εποχών μόνο με καρφώματα…
Άλλο ένα στοιχείο που πολλοί επιλέγουν να αγνοούν. Μετά την αποχώρηση του Μάικλ Τζόρνταν το 1998, δεν έχει υπάρξει πιο κυρίαρχος παίκτης στη λίγκα από τον 39χρονο σέντερ. Το λένε οι τίτλοι, το λένε οι ατομικές διακρίσεις, το λέει η γενικότερη εικόνα εν κατακλείδι. Ο Σακίλ της περιόδου 1999-2002 ήταν τόσο ασυναγώνιστος μέσα στο παρκέ όσο και ο Τζόρνταν. Το ότι δεν έπαιζε τόσο όμορφο μπάσκετ, δε συνεπάγεται πως ήταν λιγότερο αποτελεσματικός.
Όχι τουλάχιστον όταν μιλάμε για έναν άνθρωπο που έχει να επιδείξει τέσσερα πρωταθλήματα, 3 τίτλους MVP τελικών, άλλους τόσους σε All Star Games αντίστοιχα, ένα βραβείο Πολυτιμότερου Παίκτη της Χρονιάς , 15 συμμετοχές σε All Star Games και πάνω από… 2.000 φάσεις όπου ξεφτίλισε τον αντίπαλο σέντερ. Ο Σακίλ πήρε τη σκυτάλη στα χέρια του με την απόσυρση του Τζόρνταν και κυριάρχησε απόλυτα.
Το είπε ο Λεμπρόν όταν τόνισε την ημέρα που ανακοίνωσε την απόσυρσή του πως «πρόκειται για την πιο κυρίαρχη δύναμη που έχει εμφανιστεί ποτέ στο παιχνίδι». Το είπε ο Μάτζικ Τζόνσον που υποκλίθηκε υποστηρίζοντας πως «κυριάρχησε στο παιχνίδι και τον ευχαριστούμε που οδήγησε τους Λος Άντζελες Λέικερς σε τρία πρωταθλήματα». Και το παραδέχτηκε και ο Ντέιβιντ Στερν που αναγνώρισε ότι «επί 19 χρόνια υπήρξε ένας γίγαντας του NBA». Όλα αυτά, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους…
Σακίλ VS Κόμπε/Πένι
Είναι ένα από τα πράγματα στην καριέρα του που θα φέρουν πάντοτε αστερίσκο: η συνύπαρξή του με τον έτερο σούπερ-σταρ της εκάστοτε ομάδας που αγωνίστηκε. Η αρχή έγινε στους Ορλάντο Μάτζικ. Ο «Shaq» επιλέχθηκε στο ντραφτ του 1992 και με το καλημέρα έδειξε πως είναι το επόμενο μεγάλο όνομα του NBA. Ένα χρόνο μετά η ομάδα επέλεξε τον Πένι Χάρνταγουεϊ και επίσης με το καλημέρα όλοι μίλησαν για διάδοχο του Τζόρνταν και του Μάτζικ. Αγωνιστικά η συνύπαρξή τους ήταν ιδανική, ειδικά στο διάστημα 1994-1996 όταν οι δυο τους προσέφεραν συνολικά στους «Μάγους» κοντά στους 50 πόντους ανά παιχνίδι.
Όμως με αμφότερους να βρίσκονται σε πολύ νεαρή ηλικία και να επιδιώκουν καθείς για τον εαυτό του τα φώτα της δημοσιότητας ξεκίνησαν οι πρώτες ρήξεις. Στην επιφάνεια βγήκαν ζήλειες, ένας εσωτερικός ανταγωνισμός αναφορικά με το ποιος ήταν το «αφεντικό» της ομάδας και το ποιος ήταν καταλληλότερος για ν’ αναλάβει το νικητήριο σουτ. Όπως το έθεσε υστερόχρονα και ο ίδιος ο Σακίλ: «Η κατάσταση είχε ως εξής. Του ξεκαθάρισα πως από τη στιγμή που το μεγαλύτερο βάρος έπεφτε στους δικούς μου ώμους, η ομάδα θα κινούνταν στους δικούς μου ρυθμούς. Σου αρέσει, δε σου αρέσει».
Έστω κι έτσι, πάντως, το Ορλάντο έφτασε το 1995 στους τελικούς του πρωταθλήματος χάρη στο συγκεκριμένο δίδυμο. Αλλά η απόφαση του Ο’Νιλ το καλοκαίρι του 1996 να μετακομίσει στους Λέικερς, ουσιαστικά τερμάτισε γρήγορα αυτήν την κόντρα. Αυτό που τον περίμενε όμως στο L.A. ήταν ακόμα χειρότερο. Διότι ακόμα και αν όλοι αναγνώριζαν πως ο «Shaq» ήταν το νούμερο ένα όνομα των «Λιμνανθρώπων», η σταδιακή αναρρίχηση του Κόμπε Μπράιαντ στο star-system άρχισε να φέρνει στην επιφάνεια κόντρες. Ο Σακίλ στην διάρκεια των τριών πρωταθλημάτων των Λέικερς (2000-2002) συχνά-πυκνά κατηγορούσε τον Κόμπε ως «ατομιστή», την ίδια ώρα όμως, με τη λήξη κάθε πρωταθλήματος αποθέωνε το ταλέντο του, με αποκορύφωμα τη δήλωσή του ύστερα από τους τελικούς του 2001 όταν ξεκαθάρισε πως «ο Κόμπε είναι ο καλύτερος παίκτης της λίγκας με διαφορά και είναι το είδωλό μου».
Ωστόσο οι σχέσεις τους βρίσκονταν πάντοτε σε τεντωμένο σκοινί και ξέφυγαν εκτός ορίων από το 2002 και μετά, όταν ο «Mamba» άρχισε κι αυτός με τη σειρά του να επιτίθεται φραστικά στον συμπαίκτη του, με την κατηγορία πως δεν παίζει άμυνα και τεμπελιάζει. Η απάντηση του Σακίλ άμεση: «Δεν είμαι δω για να παίζω άμυνα, αλλά επειδή είμαι σκόρερ. Πρέπει να παίρνω την μπάλα για να σκοράρω λοιπόν».
Με τα πολλά, οι δρόμοι τους χώρισαν το καλοκαίρι του 2004 και ο επόμενος σούπερ-σταρ με τον οποίο έπρεπε να συνυπάρξει ο «Shaq» ήταν ο Ντουέιν Γουέιντ στο Μαϊάμι. Όμως εδώ παραδόξως δεν υπήρξε το παραμικρό πρόβλημα, καθώς ο «Diesel» ευθύς εξαρχής αποδέχτηκε το ρόλο του δεύτερου βιολιού και μάλιστα έκανε ό,τι περνούσε απ’ το χέρι του για να βοηθήσει τον «Diesel». «Του είπα πως αυτή είναι η ομάδα του και τον εμψύχωνα. Έμαθα από τα λάθη μου. Κατάλαβα πως οι φωνές που έβαζα στον Πένι και στον Κόμπε, ίσως να μην ήταν η καλύτερη λύση. Οπότε δεν του φώναξα ποτέ. Ήταν ο μοναδικός σούπερ-σταρ στην ίδια ομάδα με μένα, με τον οποίο γίναμε φίλοι», δήλωσε ο «Μεγάλος Αριστοτέλης». Το ίδιο συνέβη και με τον Λεμπρόν στον έναν χρόνο (2009-2010) της συνύπαρξής τους, όμως πλέον ήταν φανερό πως ο «Shaq» δε διεκδικούσε αγωνιστικά τουλάχιστον αξιώσεις All Star…
Σακίλ, ο all-around showman
Είναι το στοιχείο αυτό που αποτελεί και την απόλυτη ιδιαιτερότητά του. Είναι αυτό που τον ξεχωρίζει. Πως δηλαδή δεν είναι απλά ένας μπασκετμπολίστας, αλλά ένας άνθρωπος του θεάματος. Και τι δεν έχει κάνει; Ράπερ, με έξι άλμπουμ. Ηθοποιός, με πρωταγωνιστικό ρόλο σε τρεις ταινίες («Blue Chips» «Kazaam», «Steel») και πόσες ακόμα guest εμφανίσεις. Επίσης το 1994 πραγματοποιήθηκε μια πρωτοποριακή πατέντα με την αφεντιά του στον χώρο των videogames, καθώς κυκλοφόρησε το παιχνίδι «Shaq Fu», με τον ίδιο ως βασικό χαρακτήρα να επιδίδεται σε… πολεμικές τέχνες. Όσο για την τηλεόραση, ξεχωρίζουν δυο τηλεοπτικά σόου σε πρότυπα reality: το «Shaq’s Big Challenge» όπου βοηθούσε παχύσαρκα παιδιά να χάσουν βάρος και το «Shaq VS» όπου ανταγωνιζόταν διάφορους αθλητές στα αθλήματά τους. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως ο «Shaq» έχει βγάλει και δική του εταιρεία ρούχων, που φέρει την ονομασία TWISM (The World Is Mine).
Σακίλ και παρατσούκλια
Πολλά κι εμπνευσμένα, τα οποία «αποσύρω από σήμερα», όπως τόνισε στην αποχαιρετιστήρια συνέντευξη Τύπου, δίνοντας μάλιστα ιδιαίτερη έμφαση σε ένα συγκεκριμένο, καθώς όπως τόνισε: «Το (παρατσούκλι) Σούπερμαν δεν επιτρέπεται να το αντιγράψει ή να το υιοθετήσει κανείς άλλος» (σ.σ. σπόντα προς τον Ντουάιτ Χάουαρντ άραγε;).
Εκτός όμως από το «Σούπερμαν» που είναι μαζί με το «Shaq» τα πλέον χαρακτηριστικά nicknames του, ο 39χρονος άσσος έχει υιοθετήσει και άλλα, όλα άκρως εφευρετικά και αντιπροσωπευτικά. Το 2000, όταν ξεκίνησε να κάνει μαθήματα πολεμικών τεχνών εμπνεύστηκε το «Diesel». Το «Shaq Fu», υπήρξε απόρροια του γνωστού videogame. Το παρατσούκλι «Big Deporter» προέκυψε το 2000, όταν στην διαδρομή των Λέικερς προς τον τίτλο νίκησε κατά κράτος στα playoffs τους Ευρωπαίους σέντερ Βλάντε Ντίβατς, Άρβιντας Σαμπόνις και Ρικ Σμιτς. Το «Big Quotable» φυσικά αφορά τις ατάκες του.
Το γνωστό και αγαπημένο «Μεγάλος Αριστοτέλης» αντιπροσώπευε την αίσθηση που είχε πως την… ψάχνει φιλοσοφικά. Στο κολέγιο εφηύρε το «Shaqnificent» που φανέρωνε υπεροχή. Το «Big Cactus» ή «Big Shaqtus» το υιοθέτησε όταν πήρε μεταγραφή στους Φίνιξ Σανς το 2008, προφανώς με αφορμή το γεγονός πως η έρημος του Φίνιξ φημίζεται για τους κάκτους της. Πηγαίνοντας στους Μπόστον Σέλτικς το καλοκαίρι του 2010 συστήθηκε ως «Big Shamrock». Το «Big Daddy» εξηγούνταν απ’ το γεγονός ότι προσπαθούσε από ένα σημείο και μετά να λειτουργεί ως πατρική φιγούρα για άλλους παίκτες. Παρομοιάζοντας τον εαυτό του με το γνωστό χορευτή, Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ, για τις κινήσεις του μέσα στη ρακέτα ανακάλυψε το «Big Baryshnikov». Φυσικά υπάρχει και το αγαπημένο όλων «Most Dominant Ever», που χρησιμοποιούσε αρκετά συχνά, αλλά και το «Doctor Shaq» που ξεκίνησε ως σπόντα προς τον πιτσιρικά σέντερ-κι εν δυνάμει αντικαταστάτη του στους Λέικερς-Άντριου Μπάινουμ, για να καυτηριάσει το γεγονός πως ο τελευταίος δεν πήγε στο κολέγιο αλλά και φια να ευλογήσει τα γένια του ίδιου επειδή την ίδια περίοδο έπαιρνε το πτυχίο του. Πτυχίο, μια φορά, στα παρατσούκλια σίγουρα θα μπορούσε να πάρει, καθώς εκτός από τα παραπάνω που είναι και τα πιο γνωστά υπάρχουν πόσα ακόμα…
Σακίλ και ατάκες
Εδώ είμαστε! Χωρίς πολλά λόγια (δικά μας), παραθέτουμε λόγια (δικά του) διαχρονικά κι αξέχαστα:
«Δεν μπορώ πραγματικά να θυμηθώ τα ονόματα των κλαμπ που πήγα» (σε ερώτηση δημοσιογράφου αν επισκέφτηκε τον Παρθενώνα στην Αθήνα).
«Πω-πω, έβαλε 9/9 τρίποντα στη σειρά. Ελπίζω και γω κάποια στιγμή να καταφέρω να βάλω 9/9 βολές στη σειρά» (υπόκλιση στον άσπονδο «φίλο» του, Κόμπε Μπράιαντ, σε παιχνίδι της περιόδου 2002-2003 με τους Λέικερς ενάντια στους Σόνικς).
«Δε διαφημίζω προϊόντα που δε θα χρησιμοποιούσα ποτέ εγώ ο ίδιος».
Δεν πρόκειται ποτέ να αφήσω μηδενικά να μου την πούνε. Και αυτός είναι ένα τίποτα για μένα» (αναφερόμενος στον προπονητή του Ορλάντο, Σταν Βαν Γκάντι).
«Αν δε με πας, τότε κάτι πάει λάθος με την πάρτη σου».
«Μόνο το ίδιο το σύστημα μπορεί να με περιορίσει. Ούτε ένας, ούτε δυο, ούτε τρεις παίκτες. Τα στατιστικά μου έπεσαν εξαιτίας του συστήματος, όχι επειδή γέρασα».
«Ο Ντέιβιντ Στερν θα έπρεπε να ρωτήσει τις μαμάδες των παικτών, προτού καθιερώσει το dress code. Εγώ ρώτησα τη μαμά μου αν την πειράζει να φοράω αλυσίδα και μου είπε πως δεν έχει πρόβλημα. Κάνω πράγματα που μόνο οι γονείς μου επιτρέπουν να κάνω».
«Δεν είμαι σουτέρ, είμαι ένας γαμ…ος σκόρερ» (απαντώντας στην μόνιμη κριτική που του ασκούνταν για τις χαμένες βολές)
«Θα μου λείψουν οι ελεύθερες βολές» (λογοπαίγνιο αυτοσαρκασμού για την παροιμιώδη αστοχία του στις βολές, που το ξεστόμισε στην αποχαιρετιστήρια συνέντευξη Τύπου).
«Ένας σοφός άντρας οφείλει πάντοτε να ακούει το δάσκαλό του» (αναφερόμενος σε συμβουλές που του είχε δώσει ο Χακίμ Ολάτζουον).
«Να είστε ηγέτες, όχι υποτακτικοί» (η συμβουλή του προς τους νεότερους παίκτες).
«Ο πατέρας μου είπε “ρε χαζέ, αν εκτελούσες αυτές τις βολές όπως σου είχα δείξει, τώρα θα είχες φτάσει τους 30.000 πόντους”» (επίσης στην αποχαιρετιστήρια συνέντευξη Τύπου).
«Τα ότι είμαι άστοχος στις βολές, είναι ένας τρόπος για να μας δείξει ο Θεός πως κανείς δεν είναι τέλειος».
«Δε χρειάζεται συμβουλές αναφορικά με τη θέση του, αλλά χρειάζεται συμβουλές για να παίζει ομαδικά. Είναι η ομάδα μου και θα πω τη γνώμη μου. Αν δεν του αρέσει, ας φύγει» (η πιο σοβαρή τοποθέτησή του πάνω στην κόντρα του με τον Κόμπε).
«Δε χρειάζεται να σκοράρω μακρύτερα από τα δυο μέτρα απ’ το καλάθι. Έχω ήδη 23.000 πόντους, άρα μια χαρά τα πάω» (αναφερόμενος σε σχόλιο του Ντάνι Φόρτσον πως δεν είναι αποτελεσματικός έξω απ’ τη ρακέτα).
«Το παιχνίδι μου είναι σαν το Πυθαγόρειο Θεώρημα. Δεν υπάρχει απάντηση».