Πάμε σιγά σιγά στο επόμενό μας αφιέρωμα που θα είναι στην θέση του τερματοφύλακα….
Στο ποδόσφαιρο, η θέση του τερματοφύλακα είναι η πιο δύσκολη, απαιτητική και ψυχοφθόρα από οποιαδήποτε άλλη,καθώς το παραμικρό λάθος μπορεί να αποδειχτεί μοιραίο.
Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ο «Θεός» keeper γίνεται «άχρηστος», από ήρωας, φταίχτης. Και η ψυχολογία… μπαλάκι από το ζενίθ στο ναδίρ και αντίστροφα. Ο εδώ και μερικές μέρες προπονητής του Πανιωνίου, Δημήτρης Ελευθερόπουλος, βίωσε έντονα στην καριέρα του όλη τη συναισθηματική κλίμακα της θέσης που διάλεξε να υπηρετεί στο άθλημα που αγάπησε.
Ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος γεννήθηκε στις 7 Αυγούστου 1976και έχει ύψος 1.90 μ.
Με τον Ολυμπιακό μέτρησε 223 συμμετοχές (152 πρωτάθλημα, 31 κύπελλο, 40 Ευρώπη).
Η απόκρουσή του στο πέναλτι του Ρουντ Φαν Νιστελρόι στον αγώνα με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Ολντ Τράφορντ στις 23/10/2001 έμεινε στην ιστορία, καθώς ήταν το μοναδικό χαμένο του Ολλανδού επιθετικού εκείνη τη σεζόν!
Από τα highlights της καριέρας του είναι η απόκρουση με το δεξί χέρι (ενώ είχε αντίθετο βηματισμό) σε εκτέλεση φάουλ του σπεσιαλίστα Κώστα Φραντζέσκου, στο 40′ του αγώνα με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα για τη σεζόν 1996/97 (0-0), με τον διεθνή μέσο να σπεύδει να του δώσει το χέρι για την επέμβαση.
Καλύτερες εμφανίσεις του με τον Ολυμπιακό θεωρεί τα παιχνίδια με την Πόρτο και την Κροάσια στο ΟΑΚΑ, στο Ντελε Άλπι με τη Γιουβέντους τη σεζόν 1998-1999 και το ματς με την Μάντσεστερ το 2001 στην Αγγλία. Χαρακτηρίζει ως «χειρότερο παιχνίδι της καριέρας του» το 3-1 επί της Μόλντε στο ΟΑΚΑ για το C.League τη σεζόν 1999-2000. «Από την προθέρμανση δεν είχα καλή ψυχολογία. Πέντε φάσεις να γινόντουσαν, ήμουν σίγουρος ότι θα φάω πέντε γκολ», έχει πει.
Τον Δεκέμβριο του 1999 είχε κάνει επέκταση του συμβολαίου του με τον Ολυμπιακό (μέχρι τον Νοέμβριο του 2004), με όρους που τον καθιστούσαν τότε τον πιο ακριβοπληρωμένο τερματοφύλακα στην Ελλάδα (από τα 110 εκ. δραχμές θα έπαιρνε 250 εκ.).
Είναι ο τελευταίος από τους εφτά παίκτες του Ολυμπιακού (Τζόρτζεβιτς, Γιαννακόπουλος, Νινιάδης, Αμανατίδης, Ανατολάκης, Αλεξανδρής οι υπόλοιποι) που έζησαν και τα επτά συνεχόμενα πρωταθλήματα της ομάδας (1996-2003), που αποχωρεί από την ενεργό δράση.
Κορυφαίο τερματοφύλακα του κόσμου θεωρεί τον Τζιανλουίτζι Μπουφόν. Όταν ξεκινούσε την καριέρα του είχε σαν πρότυπο τον θρυλικό γκολκίπερ της Λίβερπουλ, Μπρους Γκρόμπελαρ.
Τον έχει βοηθήσει πολύ στην καριέρα του ο Φώτης Στρακόσια. «Είναι ιδανικός γκολκίπερ για να σε μάθει», έχει πει σε συνέντευξή του.
Για να δούμε όλη την ποδοσφαιρική καριέτα του Ελευθερόπουλου,που είναι ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες που είχε το ελληνικό ποδόσφαιρο!
Γέννημα-θρέμμα Πειραιώτης, ο Ελευθερόπουλος μεγάλωσε στο Χατζηκυριάκειο και δεν άργησε να αγαπήσει τον Ολυμπιακό. Η μοίρα του ήταν από νωρίς συνδεδεμένη με την ομάδα του λιμανιού. «Πρώτα έμαθα να λέω “Ολυμπιακός” και μετά “μαμά” και “μπαμπά”», έχει δηλώσει.
Ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο από πολύ μικρός. Πρώτη του ομάδα ήταν ο Αργοναύτης. Αγωνιζόταν στη θέση του τερματοφύλακα κατ’ επιλογήν, δικής του αλλά και των άλλων, αφού «δεν φοβόμουν να πέσω. Γυρνούσα στο σπίτι πάντα γεμάτος αίματα». Παράλληλα με το ποδόσφαιρο έπαιζε και μπάσκετ στον Φοίνικα Πειραιά. Όταν έγινε 12 χρονών, με παρότρυνσή του πατέρα του, Νίκου, διάλεξε τελικά την ασπρόμαυρη μπάλα. «Ήταν ο πρώτος που μου είπε ότι θα γίνω καλός τερματοφύλακας. Μου είπε ότι ο τερματοφύλακας ή είναι ή δεν είναι. Κι ότι εγώ ήμουν. Αυτό ήταν, συνέχισα το ποδόσφαιρο στον Αργοναύτη».
Στη συνέχεια γράφτηκε στις Ακαδημίες του Ολυμπιακού και το πρώτο βήμα για να ζήσει τα όνειρά του είχε γίνει. «Το παιδικό μου όνειρο ήταν να παίξω στην αγαπημένη μου ομάδα. Ήμουν αρρωστημένος Ολυμπιακός, είχα γραφτεί και σε σύνδεσμο οπαδών στην Αγίου Κωνσταντίνου και ταξίδευα μέχρι και στα εκτός έδρας παιχνίδια».
Στα τμήματα υποδομής του Ολυμπιακού ξεχώρισε αμέσως. Τη σεζόν 1994-1995 προωθήθηκε στην επαγγελματική ομάδα για να πλαισιώσει τους Αλέκο Ράντο και Φώτη Στρακόσια (ο τραυματισμός του πρώτου είχε φέρει και τον Κυριάκο Τοχούρογλου στην ομάδα), χωρίς να αγωνιστεί σε κάποιο ματς.
Ο τότε προπονητής του Ολυμπιακού, Τάι Λίμπρεχτς, δεν τον υπολόγιζε και πρότεινε τον δανεισμό του σε κάποια μικρή ομάδα για να «ψηθεί». Έτσι, ο Ελευθερόπουλος δόθηκε την επόμενη σεζόν στην Προοδευτική (τον είχε… ανακαλύψει και προτείνει στον πρόεδρο της ομάδας ο… Προοδευτικάνος Λάμπρος Τσεμπεράκης, που ήταν τότε και σύμβουλος της ΕΠΟ για τις εθνικές ομάδες), για να πάρει παιχνίδια. Με τους «βυσσινί» αγωνίστηκε με επιτυχία βασικός στη Β’ Εθνική (30 συμμετοχές).
Το καλοκαίρι του 1996, μετά από εισήγηση του Ντούσαν Μπάγεβιτς (και τον δανεισμό του Τοχούρογλου στον Πανηλειακό), που πίστευε πολύ στις δυνατότητές του, επέστρεψε στον Ολυμπιακό για να ξεκινήσει το υπέροχο ταξίδι του με την «ερυθρόλευκη» φανέλα. Ταξίδι που θα οδηγούσε στην κατάκτηση εφτά πρωταθλημάτων, ενός Κυπέλλου και σε ονειρεμένες στιγμές στα ευρωπαϊκά γήπεδα.
Η πρώτη εμφάνιση του «Ελέ» με τα «ερυθρόλευκα» στην Α’ Εθνική έγινε στις 29 Σεπτεμβρίου 1996. Με τον Ράντο τραυματία και τον Στρακόσια να αντιμετωπίζει μικροπρόβλημα, ο 20χρονος τότε Ελευθερόπουλος κλήθηκε να υπερασπιστεί τα γκολπόστ του Ολυμπιακού στο ματς της 3ης αγωνιστικής εναντίον του Ηρακλή στο Καυταντζόγλειο (0-1). Με καλές επεμβάσεις κράτησε το μηδέν και άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά. Την επόμενη μέρα ο Τύπος τον αποθέωνε: «Ένα σπουδαίο ταλέντο που έχει τα φόντα για να φτάσει ψηλά».
Ο μικρός διατήρησε τη θέση του βασικού και στα επόμενα τρία παιχνίδια. Ο Μπάγεβιτς, θέλοντας να τον προστατεύσει για να μην «καεί» από την ψυχολογική πίεση, την 6η αγωνιστική στον Βύρωνα με αντίπαλο τον Αθηναϊκό (26/10/1996) επιλέγει για βασικό τον Ράντο. Η τύχη όμως τα ήθελε αλλιώς. Ο τελευταίος πιάνει τη μπάλα με τα χέρια εκτός περιοχής και βλέπει την κόκκινη κάρτα. Ο Ελευθερόπουλος μπαίνει στην 11άδα κι έκτοτε… ριζώνει κάτω από τα δοκάρια του Ολυμπιακού.
Παιχνίδι με παιχνίδι ξεδίπλωνε τις ικανότητές του: καταπληκτικά ρεφλέξ, ανίκητος στο τετ-α-τετ, τρομερή αίσθηση του χώρου, με αυτοπεποίθηση και παροιμιώδη ψυχραιμία στο παιχνίδι του, ενέπνεε σιγουριά στην άμυνά του, αγωνιζόταν χωρίς φόβο και με πολύ πάθος. Μοναδικό του ελάττωμα η έλλειψη καλής αντίληψης στις εξόδους.
Εκτός από τη θέση του βασικού τερματοφύλακα για τα επόμενα χρόνια, με τις εμφανίσεις του κέρδισε και μια θέση στις καρδιές των φίλων του Ολυμπιακού, που έβλεπαν ένα… δικό τους παιδί να διαπρέπει στην αγαπημένη τους ομάδα. Έναν παίκτη που θα αποτελούσε θεμέλιο λίθο της «αυτοκρατορίας» που έχτισε στο ελληνικό ποδόσφαιρο ο Ολυμπιακός τα επόμενα χρόνια.
Ο σοβαρός τραυματισμός του (ρήξη χιαστού και έσω μηνίσκου στο δεξί γόνατο) στο 1ο λεπτό της πρεμιέρας της επόμενης περιόδου (1997-1998) τον κράτησε εκτός γηπέδων για όλη σχεδόν τη σεζόν κι έτσι είδε την πρώτη συμμετοχή του Ολυμπιακού στο Champions League από την τηλεόραση.
Η μοίρα, στην οποία ο «Ελέ» πιστεύει πολύ, τον λύτρωσε για την πρότερη ατυχία έναν χρόνο μετά. Η παρουσία του τη σεζόν 1998-1999 στο Champions League υπήρξε η κορυφαία στιγμή της καριέρας του στον Ολυμπιακό. Πραγματοποιώντας εξωπραγματικές εμφανίσεις, ο 22χρονος πορτιέρο αποτέλεσε βασικό μέλος στην πορεία των «ερυθρολεύκων» μέχρι τους «8» του Champions League και δικαίως ψηφίστηκε στην καλύτερη 11άδα της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης εκείνης τη σεζόν.
Ποιος ξεχνάει το εκπληκτικό του παιχνίδι εναντίον των Άγιαξ και Κροάσια στο ΟΑΚΑ, την απόκρουση στο πέναλτι του Ντρούλοβιτς με το σκορ 1-0 στο ματς με την Πόρτο και την τριπλή απόκρουση στο παιχνίδι με την Γιουβέντους στο Τορίνο στη φάση των «8» (στο 71′ της αναμέτρησης και μέσα σε 7 δευτερόλεπτα απέκρουσε το φάουλ του Φονσέκα, την κεφαλιά του Ντεσάν και το γυριστό σουτ του Ιντζάγκι) που ψηφίστηκε ως η απόκρουση της σεζόν για το Champions League; «Τα προσόντα του Έλληνα τερματοφύλακα είναι τόσο μεγάλα όσο και το επίθετό του», έγραφε την επόμενη μέρα η «Gazzetta dello Sport». Η αξία των μετοχών του στο διεθνές ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο είχε εκτοξευθεί.
Η καριέρα ενός αθλητή μπορεί να στιγματιστεί μέσα σε μία μόνο στιγμή. Για τον Ελευθερόπουλο, αυτό το μοιραίο δευτερόλεπτο ήταν στον δεύτερο προημιτελικό του Champions League με την Γιουβέντους στο ΟΑΚΑ, στις 17 Μαρτίου 1999. Με τον Ολυμπιακό να κρατά σκορ πρόκρισης (1-0) από το γκολ του Σίνισα Γκόγκιτς στο 12′, ο τερματοφύλακας των Πειραιωτών δεν υπολόγισε τα παιχνίδια του αέρα και έκανε άστοχη έξοδο στη σέντρα του Μπιριντέλι στο 85′. Η μπάλα σταμάτησε απότομα πέφτοντας κάθετα, στα πόδια του Αντόνιο Κόντε που σκόραρε, σκοτώνοντας τα όνειρα των φίλων του Ολυμπιακού για τους «4». Ο αποκλεισμός σήμανε και την ψυχολογική κατάρρευση του «Μητσάρα», στον οποίο αποδόθηκαν οι μεγαλύτερες ευθύνες από τον κόσμο.
Εκείνο το βράδυ, η τότε υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου της ομάδας, Αγγελική Αρκάδη, του είχε αφήσει μήνυμα στον τηλεφωνητή πως «οι φωνές 90.000 ανθρώπων δεν μπορεί να είναι πιο δυνατές από την ψυχή σου». Ως χαρακτήρας που δεν τα παρατά ποτέ, κατάφερε με τον καιρό να ξεπεράσει το σοκ. «Πέρασε σχεδόν ένας χρόνος μετά το ματς με τη Γιουβέντους για να ξανακάνω έξοδο… Έπρεπε να το έχω ξεπεράσει πιο γρήγορα», είχε εξομολογηθεί σε συνέντευξή του το 2001.
Η επόμενη σεζόν (1999-2000) κύλισε πολύ καλά για εκείνον. Βασικός και αναντικατάστατος (32 συμμετοχές στο πρωτάθλημα) και πρωταθλητής για 4η συνεχόμενη φορά (στην Ευρώπη ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε νωρίς από το C.League και το UEFA). Το καλοκαίρι του 2000 ήταν προσκεκλημένος στην ετήσια ιταλική γιορτή των κορυφαίων πορτιέρο και βραβεύτηκε από τον Ιταλό βετεράνο τερματοφύλακα, Στέφανο Τακόνι, ως η «αποκάλυψη» και κορυφαίος στην Ευρώπη για την προηγούμενη χρονιά.
Η σχέση του Ελευθερόπουλου με τους φιλάθλους του Ολυμπιακού είχε σκαμπανεβάσματα. Αποθεώθηκε σε πολλά παιχνίδια αλλά και αποδοκιμάστηκε σε άλλα. Ένα από αυτά ήταν το 2-2 στο ΟΑΚΑ με αντίπαλο τη Λίβερπουλ στις 23/11/2000 σε αγώνα για το Κύπελλο UEFA. Δεκαπέντε λεπτά πριν τη λήξη, με το σκορ 1-2 υπέρ των «Reds» της Αγγλίας, η μπάλα φτάνει στον Ελευθερόπουλο. Απογοητευμένος από την εικόνα της ομάδας και σαν αντίδραση στο… κράξιμο του κόσμου, ο «Ελέ» κρατάει επιδεικτικά την μπάλα στα πόδια του κάνοντας καθυστερήσεις, για να αποδοκιμαστεί ακόμα πιο έντονα. Μετά το παιχνίδι παραιτήθηκε από αρχηγός της ομάδας και ζήτησε άδεια για ψυχολογικούς λόγους (πήγε για τέσσερις ημέρες στη Ναύπακτο για να ηρεμήσει). «Είναι παράξενη η σχέση μου με τους φιλάθλους. Μια σχέση λατρείας και μίσους. Υπήρξαν φορές που ο κόσμος με λάτρεψε. Εκείνη τη νύχτα όμως με τη Λίβερπουλ είδα και την άλλη όψη του νομίσματος. Το βράδυ ήπια μισό μπουκάλι ουίσκι».
Τη σεζόν αυτή (2000-2001) ξεκίνησε και η αντίστροφη μέτρηση για τον ίδιο στο «λιμάνι». Μετά το παιχνίδι με τη Λίβερπουλ, θέση κάτω από τα δοκάρια της ομάδας πήρε αρκετές φορές ο Άγγελος Γεωργίου. Ήταν ο καιρός που οι εφημερίδες μιλούσαν όλο και περισσότερο για την «κλίκα» των κολλητών φίλων Ελευθερόπουλου-Ανατολάκη-Γεωργάτου ή αλλιώς «τριάδα του φραπέ», που «έκανε ότι ήθελε στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού». Ο ίδιος είχε σχολιάσει κάποτε πως «όταν έρχονται δύσκολες στιγμές στον Ολυμπιακό, όλοι τα ρίχνουν αμέσως στη λεγόμενη “κλίκα” του Ελευθερόπουλου, του Γεωργάτου και του Ανατολάκη, αλλά μόλις έρθουν τα καλά αποτελέσματα η κλίκα μετονομάζεται αμέσως σε… Αγία Τριάδα».
Μετά την αναταραχή του Νοεμβρίου, ο «Ελέ» βρήκε τον καλό του εαυτό και πραγματοποίησε την καλύτερη ίσως σεζόν του στην Ελλάδα με τον Ολυμπιακό, μετρώντας συνολικά 21 συμμετοχές. Ανάγκασε τους φιλάθλους να τον χειροκροτήσουν ξανά και η σχέση τους αποκαταστάθηκε προσωρινά. Τα δύο παιχνίδια Κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό και εκτός έδρας με τον Ηρακλή ήταν από τις κορυφαίες στιγμές του.
Η σεζόν 2001-2002 ήταν από τις πιο άτυχες στην καριέρα του, καθώς μέτρησε τρεις σοβαρούς τραυματισμούς, που δεν του επέτρεψαν να βρει αγωνιστικό ρυθμό και να πιάσει τα γνωστά υψηλά του στάνταρ: σπασμένο δάχτυλο, λεπτή εγχείρηση στη μέση, τραυματισμός στην ωμοπλάτη.
Παρότι το καλοκαίρι ο Λεμονής έψαχνε για τερματοφύλακα, ο Ελευθερόπουλος ξεκίνησε βασικός, παρουσιάζοντας όμως αστάθεια στο παιχνίδι του. Την αγωνιστική του κάμψη επιδείνωνε η συνεχιζόμενη γκρίνια των φιλάθλων προς το πρόσωπό του και ο τσακωμός του με τον νεοαποκτηθέντα Χόρχε Μπερμούντες μετά το παιχνίδι με την Λα Κορούνια στην Ισπανία (2-2). Κατηγορήθηκε ακόμα και για αδιαφορία σε κάποια ματς, όπως εκείνο με την Λιλ στη Γαλλία (ήττα 3-1).
Στο παιχνίδι με τον Ιωνικό την 4η αγωνιστική στο ΟΑΚΑ (20/10/2001) παθαίνει ρήξη εκτατικού μηχανισμού στο μεσαίο δάχτυλο του αριστερού του χεριού. Τρεις μέρες μετά, παίζοντας με νάρθηκα στο χέρι αλλά και με πόνους στη μέση, κράτησε μόνος του όρθιο τον Ολυμπιακό για 80 λεπτά απέναντι στη Μάντσεστερ στην Αγγλία (τελικό σκορ 3-0), σε μία από τις καλύτερες εμφανίσεις της καριέρας του. «Η εμφάνιση του τερματοφύλακα του Ολυμπιακού ήταν μια απ’ τις σπουδαιότερες παραστάσεις που έχουμε δει στο Θέατρο των Ονείρων», έγραφαν τότε οι αγγλικές εφημερίδες.
Μετά το ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στις αρχές Δεκέμβρη νιώθει έντονους πόνους στη μέση, η μαγνητική δείχνει… ισχιαλγία και ο «Ελέ» υποβάλλεται σε μικροδισκεκτομή οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης. Επιστρέφει στη δράση 52 μέρες μετά (20/1), στο ντέρμπι με την ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια (2-3).
Το κακό για τον Ελευθερόπουλο τρίτωσε στο ματς με τον Ακράτητο στο ΟΑΚΑ την 23η αγωνιστική (7/4/2002). Χαμηλή έξοδος, το πόδι του αντιπάλου τον χτυπάει στην δεξιά ωμοπλάτη, εξάρθρωση, εγχείρηση και τέσσερις μήνες αποθεραπείας. Τελείωσε τη σεζόν στην Ελλάδα με μόλις 15 συμμετοχές…
Τα προβλήματα δεν τον εγκατέλειψαν ούτε την επόμενη σεζόν (2002-2003). Ξεκινάει βασικός αλλά μετά από κάποιες κακές εμφανίσεις, ο κόσμος τον κατηγορεί για κακή εξωγηπεδική ζωή και «κλίκες» εντός ομάδας. Στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο, ο Κάτανετς τον αντικαθιστά στο ημίχρονο με τον Κατεργιαννάκη, κλονίζοντας ακόμα περισσότερο την αυτοπεποίθησή του. Τρεις αγωνιστικές αργότερα (17η), στο ματς με τον ΟΦΗ στη Ριζούπολη, παθαίνει υποτροπή στο τραύμα του στην κλείδα, καθώς δεν είχε ακολουθηθεί σωστή θεραπευτική αγωγή, κάνει και πάλι επέμβαση και χάνει το υπόλοιπο της σεζόν, τερματίζοντας πάλι στις 15 συμμετοχές.
Ο Ολυμπιακός θα κατακτούσε το 7ο σερί πρωτάθλημα και ο Ελευθερόπουλος θα διαισθανόταν το τέλος της «ερυθρόλευκης» καριέρας του. Το καλοκαίρι, με τους πόνους στη μέση να τον ταλαιπωρούν ακόμα, αποφασίζει να μπει ξανά στο χειρουργείο. Οι γιατροί δεν ήταν σίγουροι για το κατά πόσο θα μπορούσε να επανέλθει στο 100%.
Χάνοντας μεγάλο μέρος της προετοιμασίας ενόψει της επόμενης σεζόν (2003-2004), επιστρέφει στη δράση και στην 11άδα του Ολυμπιακού στις 6 Δεκεμβρίου του 2003, στον αγώνα με αντίπαλο την Χαλκηδόνα στη Ριζούπολη (1-0). Ο κόσμος τον υποδέχεται με χειροκροτήματα. Η… νηνεμία στις σχέσεις τους δεν θα κρατούσε για πολύ. Λίγες μέρες μετά έμελλε να γραφτεί μία ακόμα μελανή σελίδα στο βιβλίο Ολυμπιακός-Ελευθερόπουλος: Το εφιαλτικό 7-0 από τη Γιουβέντους.
Στις 10 Δεκεμβρίου, στη μοναδική συμμετοχή του στο Champions League εκείνη την σεζόν, ο «Ελέ» δέχτηκε 7 γκολ από τη «Μεγάλη Κυρία» του ιταλικού ποδοσφαίρου και βρέθηκε ξανά στο μάτι του κυκλώνα Τύπου και φιλάθλων, χωρίς να φέρει ευθύνη σχεδόν για κανένα από τα τέρματα που δέχθηκε (ούτε βέβαια για το αλαζονικά φουλ επιθετικό σχήμα που είχε παρατάξει ο Όλεγκ Προτάσοφ εκείνο το βράδυ).Ήταν η αρχή του τέλους της σχέσης του με τον Ολυμπιακό.
Το τελειωτικό χτύπημα για τον «Ελέ» ήταν το ματς με τον ΠΑΟΚ στη Ριζούπολη στις 11/1/2004. Η ήττα με 1-2 οδήγησε σε λαϊκά δικαστήρια εναντίον του και τελικά στο «διαζύγιο». Στις 31 Ιανουαρίου 2004, την τελευταία ημέρα της χειμερινής μεταγραφικής περιόδου, η ΠΑΕ Ολυμπιακός ανακοίνωνε τη λύση της συνεργασίας τους, με τον ίδιο να περνά για τελευταία φορά την πόρτα του Ρέντη λέγοντας «φαίνεται πως 10 χρόνια για τερματοφύλακα στον Ολυμπιακό είναι πολλά».
Ο Ελευθερόπουλος ήταν ο πρώτος παίκτης που αναδείχτηκε από τις Ακαδημίες του Ολυμπιακού (αποτελούσε… αδυναμία του Σωκράτη Κόκκαλη στην αρχή της καριέρας του) κι ο ίδιος υποστήριζε από μικρός την ομάδα. Αυτό αποτέλεσε ευχή και κατάρα για τον «Ελέ», καθώς αγαπήθηκε μεν υπερβολικά από τον κόσμο της ομάδας, που τον θεωρούσε έναν από εκείνους, αλλά όπως όλες οι σχέσεις πάθους, έτσι κι αυτή είχε γκρίνιες και… πείσματα. Συχνά επωμίστηκε βάρος που δεν μπορούσε να σηκώσει και του αποδόθηκαν ολοκληρωτικά ευθύνες που έπρεπε να επιμεριστούν. Σε μια ομάδα όπως ο Ολυμπιακός, όπου το παραμικρό μπορεί να γίνει θέμα, η έντονη προσωπικότητά του και η συνήθειά του να λέει τα πράγματα με το όνομά τους λειτούργησε τελικά εις βάρος του.
Κατά τη θητεία του στο λιμάνι κατηγορήθηκε για πολλά: ότι καβάλησε το καλάμι, ότι προτιμούσε να πίνει φραπέ παρά να δουλεύει και να προοδεύει, ότι έκανε άστατη ζωή και δημιουργούσε κλίκες και προβλήματα στα αποδυτήρια της ομάδας. Κάποια σίγουρα είχαν δόση αλήθειας, κάποια άλλα όχι. Κι αν από τίτλους έφυγε… πλήρης από τον Ολυμπιακό, με 7 πρωταθλήματα (1996-2003) και 1 Κύπελλο (1999) απολογισμό, από πλευράς ατομικής απόδοσης θα μπορούσε να έχει φτάσει ακόμα ψηλότερα. Είτε λόγω της πρόωρης απόκτησης χρημάτων και δόξας είτε λόγω των πολλών τραυματισμών, έμεινε στάσιμος και δεν δούλεψε όσο θα μπορούσε το πλούσιο ταλέντο του. Πολλοί εκτιμούσαν στις αρχές ότι αν βελτίωνε τις αδυναμίες του, θα μπορούσε να γίνει ο καλύτερος τερματοφύλακας στην Ευρώπη.
Μετά την αποδέσμευσή του από τον Ολυμπιακό αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στο εξωτερικό. Και πήγε στην Ιταλία, στον ιδανικότερο -όπως έλεγε ο ίδιος- προορισμό για έναν τερματοφύλακα. Πρώτος σταθμός του η Μεσίνα (δεν μπόρεσε να εκτοπίσει απ’ τη θέση του βασικού τον Μάρκο Στοράρι), για να ακολουθήσει το καλοκαίρι του 2005 η Μίλαν. Αγωνίστηκε με τη φανέλα της στην περιοδεία του συλλόγου στις ΗΠΑ αλλά λόγω του… συνωστισμού στη θέση του πορτιέρο (Ντίντα, Φιόρι, Κάλατς), οι «Ροσονέρι» τον παραχώρησαν μετά την προετοιμασία δανεικό για μία σεζόν στη Ρόμα.
Με τους «Ρωμαίους» δεν αγωνίστηκε σε κανένα ματς πρωταθλήματος, παρά μόνο στο Κύπελλο. Επόμενοι σταθμοί του ήταν η Άσκολι (2006-2007), όπου είχε να ανταγωνιστεί τον «γερόλυκο» Ιταλό διεθνή Τζιανλούκα Παλιούκα και η Σιένα (2007-2009), με την οποία δέθηκε περισσότερο απ’ όλες.
Μιλώντας για την ιταλική περιπέτεια, έχει δηλώσει πως «ήταν μια φανταστική εμπειρία. Άλλαξα πολύ σαν άνθρωπος. Ήθελα να πάω στην Ιταλία γιατί έχει την καλύτερη σχολή τερματοφυλάκων. Ήθελα να πάω για να βελτιωθώ. Εκεί κατάλαβα γιατί κάνω σωστά πράγματα και γιατί κάνω λάθη. Το να ξέρεις τι κάνεις σου δίνει μια αίσθηση ανωτερότητας».
Με την καριέρα του να έχει πάρει φθίνουσα πορεία, όντας όμως κατά δήλωσή του καλύτερος τερματοφύλακας από τη μέρα που έφυγε, επέστρεψε στην Ελλάδα το 2009 (για χάρη κυρίως της κόρης του, Ιωάννας). Με τον Π.Α.Σ. Γιάννινα, που μόλις είχε επιστρέψει στην Α’ Εθνική, γνώρισε την πίκρα του υποβιβασμού.
Την περσινή σεζόν υπερασπίστηκε τα δοκάρια του Ηρακλή, πραγματοποιώντας πολύ καλή χρονιά και αναδείχτηκε ο κορυφαίος γκολκίπερ της Super League (το καλοκαίρι του 2010 έκανε θεραπείες στη μέση που τον βοήθησαν σημαντικά). Παρότι ο «Γηραιός» σώθηκε βαθμολογικά, υποβιβάστηκε λόγω ασφαλιστικής ενημερότητας στην Δ’ εθνική και ο «Ελέ» έμεινε ελεύθερος και βρέθηκε και πάλι σε αναζήτηση ομάδας.
Στο παιχνίδι του Ολυμπιακού με τον Ηρακλή στο Καραϊσκάκη την περσινή σεζόν, ο «Μητσάρας» είχε χειροκροτηθεί από τους φίλους της ομάδας.
Τα τελευταία δύο χρόνια είχε επανειλημμένα εκφράσει την επιθυμία του να τελειώσει την καριέρα του στον Ολυμπιακό, «στην ομάδα που αγαπώ και ανδρώθηκα». Οι φήμες που κυκλοφορούσαν από τον Τύπο και την «ερυθρόλευκη» ΠΑΕ, με αποκορύφωμα το καλοκαίρι που μας πέρασε, δεν έγιναν ποτέ πραγματικότητα κι έτσι η τελευταία φανέλα που φόρεσε ήταν αυτή του Πανιωνίου.
Είχε αποφασίσει να σταματήσει το ποδόσφαιρο το προσεχές καλοκαίρι. Αυτό που επέσπευσε το «αντίο» του στην ενεργό δράση μετά από 20 χρόνια επιτυχημένης καριέρας ήταν οι πόνοι που ένιωθε στον αυχένα και η ταλαιπωρία από τους πολλούς τραυματισμούς.
Αποχαιρέτησε το ποδοσφαιρικό κοινό με την εξής ανακοίνωση, την Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011: «Ανέκαθεν θεωρούσα την επιλογή της στιγμής που θα βάλει τέλος στην καριέρα του ένας αθλητής πιο σημαντική ακόμα κι απ’ την ίδια του την καριέρα. Στα είκοσι χρόνια επαγγελματικής σταδιοδρομίας προσπάθησα να υπηρετήσω το ποδόσφαιρο με αξιοπρέπεια και με αξιοπρέπεια επιθυμώ να το αποχαιρετήσω. Όσα έγιναν αυτό το καλοκαίρι “κατάφεραν” να παγώσουν ένα μεγάλο κομμάτι απ’ την αγάπη μου γι’ αυτό κι επειδή, παρά τον επαγγελματισμό μου, το συναίσθημα πάντα με καθοδηγούσε, αποφάσισα να κλείσω τον κύκλο μου ως ποδοσφαιριστής.
Ότι παραμένει μέσα μου ζωντανό θέλω να το κρατήσω άφθαρτο, ώστε να συνεχίσω να ζω αργότερα στο μαγικό κόσμο των γηπέδων με κάποια άλλη ιδιότητα. Αισθάνομαι ευλογημένος που για είκοσι χρόνια έκανα επάγγελμα το πάθος μου και θα ήθελα να ευχαριστήσω τους περισσότερους από τους συμπαίκτες, προπονητές, προέδρους και γιατρούς, όλους τους φροντιστές και φυσιοθεραπευτές που συνεργάστηκα και φυσικά τον κόσμο που με στήριξε σε όλες μου τις στιγμές. ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΗΤΑΝ ΥΠΕΡΟΧΟ».
Τις μεγαλύτερες επιτυχίες του με το εθνόσημο τις πέτυχε με τις μικρές εθνικές, όντας βασικός σε όλες τις βαθμίδες τους. Κλήθηκε για πρώτη φορά στην Παίδων στα 15 του και μετά στην Νέων (3η θέση στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1995 στην Ελλάδα). Περισσότερο όμως αγάπησε την Εθνική Ελπίδων, με την οποία έφτασε το 1998 στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στο Βουκουρέστι, κατακτώντας τη 2η θέση (ήττα 1-0 από την Ισπανία).
Στην Εθνική Αντρών δεν κατάφερε να στεριώσει (μέτρησε μόλις 12 συμμετοχές, 1999-2003), σε μια εποχή που το ομοσπονδιακό συγκρότημα «δηλητηριαζόταν» από την κόντρα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού. Χρίστηκε διεθνής το 1999 σε ένα φιλικό παιχνίδι με το Βέλγιο. Στα προκριματικά για το Mundial του 2002 αγωνίστηκε σε 3 αγώνες (έχοντας εξαιρετική απόδοση στα δύο ματς με τη Γερμανία), αλλά έχασε τη θέση του μετά την κόντρα του με τον τότε προπονητή, Βασίλη Δανιήλ, ο οποίος τον κατηγόρησε πως έφερνε γυναίκες στο ξενοδοχείο που είχε καταλύσει η ομάδα!
Μετά την πρόσληψη του Ότο Ρεχάγκελ και τη δήλωσή του ότι «βρήκα τον Έλληνα Όλιβερ Καν», δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι ο «Ελέ» θα επέστρεφε και θα καπάρωνε τη θέση βασικού. Ωστόσο, το πρώτο παιχνίδι του Ρεχάγκελ στον πάγκο της Εθνικής (ήττα 5-1 από τη Φινλανδία) ήταν και το τελευταίο του Ελευθερόπουλου, που υπήρξε θύμα της εκκαθάρισης που έκανε ο Γερμανός, μετά τον τσακωμό του με τον Γρηγόρη Γεωργάτο.
cobrasports.gr