Γεννημένος και μεγαλωμένος στο Croxteth, μια παρακμιακή γειτονιά του Λίβερπουλ, την εποχή του punk rock και του new wave στην Αγγλία, ο Ρούνεϊ μπήκε από μικρός στα βάσανα της οικογένειας και της ζωής που ΔΕΝ ήθελε να ζήσει. Ωστόσο, δεν παραπονέθηκε ποτέ για τη φτώχεια των παιδικών του χρόνων. Ούτε για τον χρόνια άνεργο οικοδόμο πατέρα του ούτε για την καθαρίστρια μητέρα του, η οποία έπλενε σκάλες και δούλευε ως μαγείρισσα διπλοβάρδιες για να ταΐσει την οικογένεια.
Ούτε ακόμη για την αυστηρή γιαγιά του που του έβαζε κατσάδες, επειδή ξημεροβραδιαζόταν στις κακόφημες γειτονιές έως το βράδυ παίζοντας μπάλα ή και ακόμα για τους λασπωμένους δρόμους του Croxteth, όπου όταν έβρεχε το μοναδικό μέρος να παίξει κανείς μπάλα ήταν τα λασπωμένα πεζοδρόμια! Όταν, άλλωστε, μεγαλώνεις σε μια τέτοια γειτονιά, πρέπει να είσαι δυνατός. Περπατώντας και μόνο στο δρόμο μπορεί να σου συμβεί οτιδήποτε. Αυτό πίστευε κι ο πατέρας του Ρούνεϊ, ο οποίος πριν ανακαλύψει τις γυναίκες και το ποτό, ήταν από τους καλύτερους μποξέρ της περιοχής. Ήταν δυνατόν να γονίδια να μην περάσουν και στον μικρό Γουέιν;
Περήφανος για τα μεγάλα χέρια, τα μπλε μάτια και αυτιά του γιου του, που είναι κληρονομικά, όταν αυτός γεννήθηκε, φώναζε ότι μπροστά τους είχαν ένα μαχητή και σίγουρα αν υπήρχαν γάντια του μποξ για μωρά, θα του τα είχε πάρει δώρο στο μαιευτήριο. Γόνος καθολικής οικογένειας μεταναστών στην Αγγλία, για τον Ρούνεϊ το να γίνει πυγμάχος και να την βγάζει «καθαρή» στους δρόμους ήταν θέμα τιμής. Μόλις ο Γουέιν έκλεισε έξι μήνες ζωής, ο πατέρας του τον πήγε να δει ένα ματς της Έβερτον και του πήρε την πρώτη του μπλούζα. Αυτό ήταν. Τα μπλε μάτια του μικρού έλαμψαν από χαρά κι όλα πήραν σιγά-σιγά το δρόμο τους. Κι επειδή οι Ρούνηδες φημίζονταν για τις επιδόσεις του στο μποξ, ο Γουέιν δεν θα μπορούσε να κάνει κι αλλιώς.
Στα 7 του χρόνια ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα του: πήγε σε σχολείο Καθολικών κι άρχισε να προπονείται μπροστά από σάκους του μποξ στο γυμναστήριο του θείου του, Ρίτσι. Άλλωστε για να επιβιώσεις και μόνο στους δρόμους μιας τέτοιας γειτονιάς, πρέπει να ξέρεις πως να χρησιμοποιείς τις γροθιές σου. Από το μποξ έμαθε πολλά. Άλλωστε στο βρετανικό ποδόσφαιρο όλοι λατρεύουν τα σκληρά τάκλιν του Ρόι Κιν κι όχι τις ντρίμπλες του Ροναλντίνιο. Το Σεπτέμβριο του 1994, το όνειρο του 9χρονου τότε πιτσιρικά, άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά. Ένας σκάουτερ της Έβερτον, ο Μπομπ Πέντλετον, συνταξιούχος οδηγός τρένων, μαζί με γιο και πατέρα Ρούνεϊ χτύπησε την πόρτα του προπονητή της ακαδημίας νέων του συλλόγου, Ρέι Χαλ. «Όταν είδα τον Μπομπ να τρέμει και να χύνει το τσάι από τον ενθουσιασμό του, τότε κατάλαβα ότι είχαμε ένα ταλέντο», είχε πει ο Χαλ.
Και ο μικρός Γουέιν δεν άργησε καθόλου να του το αποδείξει. Σε έναν αγώνα επίδειξης 8 εναντίον 8, κόντρα στη Μάντσεστερ, ο Ρούνεϊ έδειξε τα πρώτα δείγματα γραφής. Η μπάλα βγήκε στην επίθεση, κι ο «αυτιάς» (όπως τον φώναζαν τότε) με μια κίνηση πίβοτ ξέφυγε από τον αντίπαλό του, έπιασε ένα ξερό σουτ κι έστειλε την μπάλα στα δίχτυα. Ακολούθησαν λίγα δευτερόλεπτα απόλυτης σιωπής και ακόμη και οι αντίπαλοι γονείς, ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Ο Ρούνεϊ δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Με το που τελείωνε το σχολείο, έφευγε σφαίρα για το προπονητικό κέντρο της Έβερτον. Ξεδίπλωσε το ταλέντο του, μετρώντας ατελείωτες ώρες προπόνησης ακόμα και όταν οι άλλοι ξεκουραζόντουσαν. «Μετά το σχολείο, πήγαινε αμέσως στο προπονητικό κέντρο. Έφτανε εκεί τουλάχιστον μία ώρα πριν τον αγώνα κι έφευγε πάντα τελευταίος. Πολλές φορές τον διώχναμε και κλειδώναμε για να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα ξαναμπεί μέσα», θυμάται ο Χαλ. Ο Ρούνεϊ, έκανε ταμείο.
Οι συμπαίκτες του τον λάτρευαν κι αυτός προσπαθούσε να τους αποδεικνύει κάθε φορά ότι θα γινόταν ο καλύτερος. Το πείσμα που έδειχνε στο γήπεδο, έδωσε αφορμή για τους συμπαίκτες του να του βγάλουν το παρατσούκλι «το σκυλί», αφού ποτέ δεν άφηνε φάση να πάει χαμένη και πάντα προσπαθούσε να κάνει το βήμα παραπάνω. Από μικρός είχε ένα μεγάλο χάρισμα. Το ταλέντο, το οποίο του επέτρεπε να παίζει με μεγαλύτερους. Στα 9 του έπαιζε με 11χρονους, στα 14 με 17χρονους, στα 15 στους νέους της Έβερτον και στα 16 του έκανε ντεμπούτο στη μεγάλη κατηγορία. Ήταν τότε που με έναν δικό του «κεραυνό» στο 90’ έδωσε τέλος στο αήττητο σερί της Άρσεναλ, το οποίο κρατούσε για 30 αγώνες. Το κοινό της Έβερτον είχε βρει επιτέλους το δικό του σταρ, που θα ήταν το αντίβαρο στις επιτυχίες της μισητής τοπικής αντιπάλου, Λίβερπουλ. Όλοι οι ρεπόρτερς, μετά το τέλος του αγώνα, τον αναζητούσαν για συνέντευξη. Αυτός κρύφτηκε στα αποδυτήρια για 40 λεπτά, άσπρος σαν το πανί και καταϊδρωμένος και δεν βγήκε να μιλήσει ποτέ στους δημοσιογράφους. «Είναι μεγάλη απογοήτευση που χάσαμε το ρεκόρ, τουλάχιστον όμως το χάσαμε από ένα σπάνιο ταλέντο. Είναι το μεγαλύτερο ταλέντο που έχω δει στην Αγγλία, από τότε που ανέλαβα την Άρσεναλ», είχε παραδεχθεί ο Βενγκέρ. Και που’ να ήξερε τι θ’ ακολουθούσε…
Από εκείνη τη βραδιά, όλα τα αγγλικά μέσα ενημέρωσης (έντυπα και ηλεκτρονικά) τον έχουν στο μάτι. Το μεγάλο αστέρι, όμως, του αγγλικού ποδοσφαίρου, με τη φάτσα του μπουλντόγκ, δεν έπαψε να τους δίνει αφορμή για αρνητικά σχόλια. Όσο μετριόφρων κι αν είναι στο παιχνίδι του και στις δηλώσεις του, η εξωγηπεδική του ζωή είναι γεμάτη σκάνδαλα. Δε γίνεται διαφορετικά όταν είσαι ένα παιδί του Λίβερπουλ. Δεν ήταν και λίγες οι φορές που τον έχουν πιάσει να τριγυρνάει σε οίκους ανοχής και κακόφημα μπαρ της γενέτειρας του. Βλέπετε, γονίδια είναι αυτά! Τα σκανδαλοθηρικά tabloids της Βρετανίας αναφέρουν συχνά πυκνά τις «κατακτήσεις» του. Ανάμεσα σε αυτές είναι μια 48χρονη γυναίκα με εγγόνια, ένα κορίτσι με ροζ εσώρουχα και μια μητέρα 6 παιδιών με κοστούμι αγρότισσας! Και δεν είναι μόνο αυτά, αφού στους τσαμπουκάδες είναι πάντα πρώτος. Σαν και αυτόν στο πάρτι των 18ων γενεθλίων της αγαπημένης του Κολίν. Όλα ξεκίνησαν όταν ο μεθυσμένος θείος του, ζητούσε από τον μπάρμαν να γεμίσει τα ποτήρια όλης της παρέας κι εκείνος αρνήθηκε. Ο μικρός, ο οποίος του τρέφει μεγάλη αγάπη, ήταν από τους πρώτους που «μπήκαν στο χορό», εξασκώντας με μεγάλη ευκολία αυτό που ξέρει καλά από τα 6 του χρόνια. Μπουνίδι on the streets. «Όλοι ξέρουμε ποιος είναι ο Ρούνεϊ. Κάνει ό,τι κάνουν όλοι στην ηλικία του. Πίνει, κυνηγάει γυναίκες και παίζει ξύλο», είχε πει ο τότε εκπρόσωπος της Έβερτον.
Ευτυχώς για εκείνον, υπάρχει στη ζωή του και ο προσωπικός του μάνατζερ, Πολ Στρέφορντ, ο οποίος φρόντισε να τον βάλει στον ίσιο δρόμο και ταυτόχρονα να τον βγάλει από τη μαύρη λίστα των ΜΜΕ του Νησιού. Προσέλαβε μία ολόκληρη ομάδα μανατζαρέων, για να τον συνετίζουν κι έχτισε έναν τοίχο γύρω του, προστατεύοντάς τον από δημοσιογράφους και τηλεοράσεις. Με τη μετακίνησή του στη Μάντσεστερ, ο Ρούνεϊ δεν είναι απλώς ένας καλός παίκτης, αλλά ο σταρ των αγγλικών γηπέδων. Έχει συμβόλαια με εταιρείες όπως οι Nike, Electronic Arts, Pringles και Coca-Cola, τα οποία κι αναμένεται να του επιφέρουν πάνω από €140.000.000 μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, ενώ το εξώφυλλο της Sun (εφημερίδα που τον κυνηγάει για χρόνια), «Το παιδί μας είναι καλά», όταν ο Γουέιν εθεάθη να κλοτσάει την μπάλα στην προπόνηση της Αγγλίας, δείχνει πόσο σημαντικό τον θεωρούν όλοι στο Νησί.
Τον περασμένο Απρίλιο, όταν ο Πάουλο Φερέιρα τον κλάδεψε από πίσω, όλο το κοινό του «Στάμφορντ Μπριτζ» έβαλε σε δεύτερη μοίρα το γεγονός ότι η Τσέλσι βρισκόταν μόλις 10 λεπτά από το δεύτερο συνεχόμενο τίτλο. Αυτό που τους ένοιαζε ήταν μόνο το πως ο «δικός τους άνθρωπος» θα μπορούσε να παίξει στο Μουντιάλ. Τελικά τα κατάφερε. Αγωνίστηκε, αλλά δεν προσέφερε. Ο τραυματισμός του τον κράτησε μακριά από τα δικά του σταντάρ απόδοσης. Δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και ίσως και να κόστισε ολόκληρη πρόκριση στην Αγγλία, με την κόκκινη που δέχθηκε στο ματς με την Πορτογαλία. Στο Νησί, όμως, δεν του κρατά κανείς κακία. Την πλήρωσε ο Κριστιάνο. Όπως θα την ξαναπληρώσει αν τύχει κάνα Ρουνοτάκλιν στην προπόνηση.
Με τον Μπέκαμ να έχει περάσει ως αρχηγός-ηγέτης και να μην έχει ακουμπήσει και τον Τζέραρντ να μην μπορεί να τραβήξει την Αγγλία, οι Βρετανοί γνωρίζουν καλά ότι το 2010 δεν είναι μακριά. Κι ο Ρούνεϊ θα είναι ακόμη καλύτερος. Το στοίχημα πλέον είναι διπλό: να οδηγήσει την Γιουνάιτεντ στην κορυφή και την Αγγλία στη δόξα. Θα ποντάρει κανείς εναντίον του;
Έως τότε θα συνεχίζει να φωνάζει στους διαιτητές, να βρίζει συμπαίκτες κι αντιπάλους, να τσαμπουκαλεύεται στο γήπεδο, να πληρώνει την Κολίν και να αποδεικνύει ότι όταν μάθεις να ζεις στο δρόμο, δεν υπάρχει γυρισμός.