Ο Μάικλ Τζέφρι Τζόρνταν (Michael Jeffrey Jordan, γεννημένος στις 17 Φεβρουαρίου 1963) είναι Αμερικανός παλαίμαχος καλαθοσφαιριστής. Θεωρείται ευρέως ως ο καλύτερος καλαθοσφαιριστής όλων των εποχών.(Air Jordan)
Έχει παίξει στους Σικάγο Μπουλς και στους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς (Wasington Wizards) και τερμάτισε την καριέρα του το 2003.
Μεγαλούργησε τη δεκαετία του 1990 κυρίως φορώντας τη φανέλα των Σικάγο Μπουλς με το νούμερο 23 στην οποία και έγινε ένας πραγματικός θρύλος του μπάσκετ!
Υπήρξε επίσης μέλος της Εθνικής ομάδας των ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια της λαμπρής καριέρας του κατέκτησε μεγάλο αριθμό τίτλων και προσωπικών βραβείων.
Βοήθησε μάλιστα τους Σικάγο Μπουλς να κατακτήσουν 6 πρωταθλήματα ΝΒΑ και την Εθνική Αμερικής για 2 χρυσά μετάλλια. Αυτός, ο Μπάρκλεϊ, ο Μάτζικ Τζόνσον, ο Λάρρυ Μπερντ, ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον και άλλοι, αποτελούσαν την dream team της Εθνικής Αμερικής.
Συγκαταλέγεται στους πιο αναγνωρίσιμους αθλητές παγκοσμίως, όλων των εποχών και από όλα τα αθλήματα. Το όνομά του είναι ένα από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα στο χώρο του μπάσκετ και συνδυάστηκε με τεράστια εμπορική επιτυχία για τις εταιρίες με τις οποίες συνεργάστηκε. Μέχρι και ο αντίπαλος του, Λάρρυ Μπέρντ (Larry Bird), παραδέχτηκε ότι ποτέ το μπάσκετ δεν γνώρισε καλύτερο παίκτη από τον Τζόρνταν.
Σήμερα είναι ενεργός επιχειρηματίας και ιδιοκτήτης της ομάδας του NBA, Charlotte Bobcats.
Ο Μάικλ Τζόρνταν εισήχθη στο Hall of Fame τον Σεπτέμβριο του 2009 μπαίνοντας προφανώς εκεί που ανήκει.
Συνεχίζουμε το αφιέρωμα στον Μάικλ Τζόρνταν πηγαίνοντας στην αρχή, από την παιδική κι εφηβική του ηλικία, όπου γαλουχήθηκε ο τεράστιος αυτός παίκτης. Από τα σχολικά χρόνια, στον τίτλο με το Νορθ Καρολάινα το 1982, στο ντραφτ του 1984 και τους 6 τίτλους της δεκαετίας του ’90 με την καλύτερη ομάδα όλων των εποχών στο NBA, τους Μπουλς των 72 νικών. Πέντε βραβεία MVP, έξι MVP τελικών, 10 συμμετοχές στην καλύτερη πεντάδα, 9 συμμετοχές στην καλύτερη αμυντική πεντάδα και αμέτρητα άλλα βραβεία κοσμούν την καριέρα του «δια βοής καλύτερου μπασκετμπολίστα όλων των εποχών», όπως λέει το NBA, της «Αυτού Αέρινης Μεγαλειότητος» ή του «Θεού, που απόψε κατέβηκε για να παίξει μπάσκετ», του δεύτερου καλύτερου αθλητή της εκατονταετίας (πρώτος ο Μπέιμπ Ρουθ) σύμφωνα με το AP και καλύτερου όλων σύμφωνα με το ESPN.
Ο Μάικλ Τζόρνταν γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης το 1963, με την οικογένειά του να μετακομίζει στη Βόρεια Καρολίνα λίγα χρόνια αργότερα. Ο Τζόρνταν ξεκίνησε τον αθλητισμό μέσα από το μπέιζμπολ, το μπάσκετ και το αμερικάνικο ράγκμπι.
Μέχρι την εφηβική του ηλικία, ο Τζόρνταν έχει δηλώσει ότι δεν μπορούσε να κερδίσει τον μεγάλο του αδερφό στο μπάσκετ, κάτι που τον έσπρωχνε να γίνεται συνεχώς καλύτερος: «Γύρω στα 15 μου τον κέρδισα για πρώτη φορά και μετά δεν με ξανακέρδισε ποτέ». Στη δεύτερη χρονιά στο Λύκειο Λέινι ο Τζόρνταν προσπάθησε να μπει στην ομάδα μπάσκετ, αλλά κόπηκε, καθώς ήταν μόλις 1.80μ. και ο Ποπ Χέρινγκ, προπονητής τότε στην ομάδα προτίμησε τον δίμετρο Λιρόι Σμιθ (για την απίστευτη ιστορία του Σμιθ θα μιλήσουμε άλλη φορά), λέγοντας ότι ο Τζόρνταν ήταν πολύ κοντός για να παίξει στο επίπεδο αυτό, κάνοντας ίσως τη δεύτερη μεγαλύτερη γκάφα στην μπασκετική ιστορία μετά τους… Μπλέιζερς!
Ο Τζόρνταν δηλώνει ότι αυτή η κίνηση του προπονητή του, τον πείσμωσε για να παίξει καλύτερο μπάσκετ. Έγινε το αστέρι της δεύτερης ομάδας του Λυκείου, έριχνε 40άρες σε όποιον έβρισκε εκεί, πήρε 10 πόντους σε ύψος (αυτούς λόγω γονιδίων… όχι επειδή πείσμωσε). Εννοείται ότι μπήκε στην κανονική ομάδα και την τελευταία του χρονιά είχε 29.2 πόντους, 11.6 ριμπάουντ και 10.1 ασίστ, με μέσο όρο τριπλ-νταμπλ!
Έτσι κέρδισε υποτροφία στο πανεπιστήμιο του Νορθ Καρολάινα το 1981, στους περίφημους Τάρχιλς. Εκεί, την πρώτη του σεζόν αναδείχτηκε σε καλύτερο φρέσμαν της περιφέρειας Ατλάντικ 13.4 πόντους έχοντας 53% εντός παιδιάς. Ο θρυλικός Ντιν Σμιθ δεν ήθελε αστέρες στην ομάδα του και προσπαθούσε να περιορίσει τον Τζόρνταν μέσα σε πλήρως ομαδικά και μη-βεντετισμού πλαίσια, γεγονός που οδήγησε αρκετές φορές σε κόντρα τους δύο άντρες. Στην πρώτη του χρονιά ο Τζόρνταν έβαλε και το νικητήριο καλάθι στον τελικό του NCAA εναντίον του Τζορτζτάουν του Πάτρικ Γιούιν, ο οποίος για πρώτη φορά στην καριέρα του θα βίωνε αυτό που στη συνέχεια θα γινόταν… συνήθεια, τον αποκλεισμό από τον Τζόρνταν. Τη δεύτερη σεζόν είχε 20.0 πόντους, 5.5 ριμπάουντ και 1.6 ασίστ, ενώ την τρίτη 19.6 πόντους, 5.3 ριμπάουντ και 2.1 ασίστ με 55% στα σουτ. Πήρε το 1984 τα βραβεία Νέισμιθ και Γούντεν για τον καλύτερο παίκτη των Κολεγίων και τότε αποφάσισε, ένα χρόνο πρόωρα να αφήσει το κολέγιο για το επαγγελματικό μπάσκετ, δηλώνοντας συμμετοχή στο ντραφτ του 1984.
Μετά το ντραφτ ο Τζόρνταν οδήγησε την εθνική ομάδα των Η.Π.Α. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984 παίρνοντας το χρυσό μετάλλιο και όντας πρώτος σκόρερ της ομάδας με 17.1 πόντους, μιας ομάδας που είχε μέσα Γιούιν και Μάλιν.
Στα ντραφτ κατάφερε κι εξέθεσε την πρώτη του ομάδα στο NBA, πριν καν… παίξει αγώνα. Γιατί μπορεί οι Ρόκετς να επέλεξαν τον θρυλικό Ολάζουον στο νούμερο 1, αλλά οι Μπλέιζερς γύρισαν την πλάτη στην ιστορία τους και στο 2 επέλεξαν τον Σαμ Μπόουι που έβγαινε από το κολέγιο με 14 πόντους και 9 ριμπάουντ μέσο όρο. Ο Μπόουι δεν ήταν τόσο κακός παίκτης (έπαιξε 10 χρόνια στο NBA με μέσους όρους 11 πόντων και 8 ριμπάουντ περίπου), αλλά δυστυχώς αυτή η «κατάρα» της σύγκρισης έκανε την καριέρα του να περάσει σχεδόν απαρατήρητη και υπό συνεχή κριτική, καθώς πάντα ήταν ο παίκτης που «επιλέχτηκε πριν τον Τζόρνταν».
Οι Μπλέιζερς ήθελαν σέντερ, έχασαν τον Ολάζουον και σε κίνηση… πανικού πήραν τον Μπόουι σκεφτόμενοι ότι στη θέση του Τζόρνταν είχαν πάρει τον Ντρέξλερ το προηγούμενο καλοκαίρι. Και μπορεί ο Ντρέξλερ να ήταν παιχταράς μεγάλος, αλλά κανείς στο Πόρτλαντ δεν είχε τη διορατικότητα να δει τι περιφερειακό δίδυμο θα δημιουργούσε μαζί με τον Τζόρνταν…
Έτσι, οι Μπουλς είπαν «ευχαριστώ» και άλλαξαν όχι μόνο τη δική τους ιστορία, αλλά και ολόκληρου του μπάσκετ. Το Σικάγο θα ζούσε πια στον αστερισμό του Τζόρνταν, ή όπως είχε πει ο εκρηκτικός Μπέρναρντ Κινγκ (1ος σκόρερ του NBA το 1984-85) πριν καν αρχίσει η πρώτη χρονιά του Τζόρνταν «το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι ο κόσμος του Σικάγο πρόκειται πραγματικά να καλοπεράσει»!
Ο χειμώνας του 1984 ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρων στο Σικάγο. Και όχι μόνο. Ο Τζόρνταν στην πρώτη του χρονιά στο NBA, απελευθερωμένος από τον Ντιν Σμιθ είχε 28.2 πόντους, 6.5 ριμπάουντ, 5.9 ασίστ και 2.4 κλεψίματα ανά αγώνα. Οι Μπουλς έγιναν ήδη από τους πρώτους μήνες παρουσίας του Τζόρνταν… περιοδεύων θίασος.
Οι αντίπαλοι οπαδοί δεν είχαν πρόβλημα να βλέπουν τις ομάδες τους να χάνουν αρκεί ο Τζόρνταν να… τους έριχνε 40-50 πόντους.
Το πόσο αγαπητός έγινε και το τι αίσθηση δημιούργησε ο Τζόρνταν από την πρώτη του χρονιά, φαίνεται από το γεγονός ότι ψηφίστηκε για την πεντάδα του all-star game από τους φιλάθλους το 1984-85, ενώ το Sports Illustrated τον είχε εξώφυλλο μετά από μόλις ένα μήνα στη σεζόν! Η επιλογή του στο all-star game έγινε η αιτία… για να μην παίξει ο Τόμας στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης. Ο Τόμας ξεκίνησε το περίφημο freeze-out του Τζόρνταν, πείθοντας τους συμπαίκτες του στην Ανατολή να μην του δίνουν πάσα! Αποτέλεσμα; Ο Τζόρνταν είχε 7 πόντους με 2/9 σουτ και είδε 6 παίκτες να παίρνουν περισσότερα σουτ από αυτόν. Ο Τόμας είχε εκνευριστεί με την προσοχή που τραβούσε πάνω του ο ρούκι, αλλά το καψώνι αυτό το πλήρωσε πολύ πιο σκληρά απ’ όσο μπορούσε ποτέ να φανταστεί, όταν ο Τζόρνταν το 1992 είπε το περίφημο «ή εγώ ή ο Τόμας» για την Dream Team, με αποτέλεσμα ο άσος των Πίστονς να μείνει εκτός εθνικής.
Ο Τζόρνταν πήρε το βραβείο του Ρούκι εκείνη τη χρονιά, αλλά δεν ήταν ακόμη έτοιμος. Ήταν μόνος του, κι ακόμη είχε αμυντικές αδυναμίες και δεν απειλούσε πίσω από το τρίποντο ιδιαίτερα. Αλίμονο σε αυτούς που έσπευσαν να τον κατακρίνουν.
Η επόμενη σεζόν (1985-86) σημαδεύτηκε από σοβαρό τραυματισμό, με τον Τζόρνταν να σπάει το αριστερό του πόδι μετά από μόλις 3 αγώνες. Αυτός ο τραυματισμός τον κράτησε εκτός για 64 ματς, αλλά πρόλαβε να γυρίσει στο τέλος της χρονιάς, με τους Μπουλς να καταφέρνουν να μπουν στα πλέι οφς. Έμελλε αυτή η κουτσουρεμένη χρονιά να σημάνει την πρώτη απόλυτη υπόκλιση του μπασκετικού κόσμου στο μεγαλείο του Τζόρνταν. Στον πρώτο γύρο των πλέι οφς, οι Μπουλς έπαιξαν με τους Σέλτικς, που «σκούπισαν» τη σειρά. Όμως, οι 63 πόντοι του Τζόρνταν στο 132-131 των Σέλτικς (δύο παρατάσεις) παραμένουν ακόμη και σήμερα το ρεκόρ πόντων στα πλέι οφς, ενώ οι 43.7 πόντοι που είχε μέσο όρο στη σειρά, είναι νούμερο εξωφρενικό.
Η απαρχή της αυτοκρατορίας μπορούμε να πούμε ότι ήταν η σεζόν 1986-87. Ο Τζόρνταν είχε τον υψηλότερο μέσο όρο πόντων στην καριέρα του (37.1), πήρε τον τίτλο του πρώτου σκόρερ, με ακόμη 6 συνεχόμενες σεζόν να ακολουθούν στις οποίες επίσης πάνω από 20 πόντους μέσο όρο, έγινε ο 2ος παίκτης στην ιστορία (ο Τσάμπερλεν ο άλλος) που είχε πάνω από 3.000 πόντους σε μια χρονιά, έγινε ο 1ος παίκτης στην ιστορία που τελείωσε σεζόν με περισσότερα από 200 κλεψίματα και 100 τάπες, σκόραρε 40+ πόντους σε 9 συνεχόμενα ματς και 23 συνεχόμενους σε ένα παιχνίδι, για να κάνει ρεκόρ NBA. Στο all-star game κέρδισε τον πρώτο από τους δύο διαγωνισμούς καρφωμάτων που έχει πάρει. Όμως, η χρονιά τελείωσε και πάλι άδοξα, με αποκλεισμό από τους Σέλτικς.
Τι έλειπε; Ένας… ινδιάνος. Ο Τζέρι Κράουζε έχει κάνει πολλά λάθη στην καριέρα του, τα περισσότερα στη μετά-Τζόρνταν εποχή των Μπουλς. Το γεγονός ότι εκείνο το καλοκαίρι δεν άκουσε τον Τζόρνταν που του ζητούσε τον Τζο Γουλφ στο ντραφτ του 1987, μάλλον ήταν η πιο επιτυχημένη του κίνηση. Ο Κράουζε έκλεισε τα αυτιά του κι επέλεξε τον Σκότι Πίπεν, σε συμφωνία με τους Σόνικς που πήραν τον Όλντεν Πόλινις σε αντάλλαγμα. Κάπως έτσι (και με τον Χόρας Γκραντ που επιλέχτηκε τότε) γράφτηκε η ιστορία των ’90s χωρίς ακόμη να το ξέρει κανείς.
Ο Τζόρνταν συνέχιζε το βιολί του. Ήταν ξανά 1ος σκόρερ το 1987-88 με 35.0 πόντους μέσο όρο και 53.5% εντός παιδιάς, κερδίζοντας και το 1ο του MVP, αλλά παίρνοντας και τον τίτλο του Καλύτερου Αμυντικού με 1.6 τάπες και 3.2 κλεψίματα ανά αγώνα και το MVP του all-star game. Οι Μπουλς τελείωσαν για πρώτη φορά στη δική του εποχή με 50 νίκες (50-32) και απέκλεισαν τους Καβαλίερς με 3-2 στον πρώτο γύρο των πλέι οφς για να αποκλειστούν στη συνέχεια από τους Πίστονς του Τόμας.
Το 1988-89 ήταν πιθανότατα η πιο πλήρης στατιστικά χρονιά του Τζόρνταν. Πρώτος σκόρερ με 32.5, 10ος στις ασίστ με 8.0 ανά αγώνα, αλλά και με 8.0 ριμπάουντ και (3ος με) 2.9 κλεψίματα. Οι Μπουλς πέρασαν το εμπόδιο των Καβαλίερς στον πρώτο γύρο με 3-2 με το αξέχαστο «The Shot» στο τέλος του 5ου αγώνα από τον Μάικλ. Όμως, μετά τη Νέα Υόρκη, στους τελικούς δεν μπόρεσαν να περάσουν το εμπόδιο των Πίστονς, που επικράτησαν με 4-2. Οι Πίστονς αυτές τις χρονιές, εφάρμοσαν τους περίφημους «Jordan Rules», το σύστημα του Τσακ Ντέιλι, με το οποίο έκαναν νταμπλ και τριπλ τιμ κάθε φορά που ο Τζόρνταν έπιανε την μπάλα, προσπαθώντας να τον αναγκάσουν να πάρει την προσπάθεια μόνος του χωρίς να βλέπει πάσα.
Το καλοκαίρι του 1989, ο Τζόρνταν… σκεφτόταν καριέρα στο γκολφ όταν αποχωρούσε από τα παρκέ, αλλά οι Μπουλς έκαναν την κίνηση ματ. Απέλυσαν τον Νταγκ Κόλινς και προσέλαβαν τον Φιλ Τζάκσον, ο οποίος εισήγαγε την περίφημη «τριγωνική επίθεση», ένα πολύπλοκο σύστημα από πάσες και «κοψίματα» που έδινε ευκαιρία και στους 5 παίκτες να σκοράρουν, και το οποίο είχε δημιουργήσει ουσιαστικά ο Τεξ Ουίντερ (που το είχε μάθει το 1947 από τον Σαμ Μπάρι), βοηθός προπονητή στους Μπουλς από το 1985.
Οι μεταμορφωμένοι Μπουλς είχαν 55-27, το καλύτερο ρεκόρ τους από το 1971-72 και ο Τζόρνταν τότε πέτυχε το ρεκόρ καριέρας του με 69 πόντους εναντίον των Καβαλίερς. Επίσης, εκείνη ήταν η σεζόν που άρχισε να θεωρείται και μόνιμη απειλή από το τρίποντο, αφού τελείωσε με 37.6%. Όμως, οι Πίστονς είχαν και πάλι τον τελευταίο λόγο στους τελικούς Ανατολής, κερδίζοντας τους Μπουλς με 4-3.
Τρίτος συνεχόμενος αποκλεισμός από τον Τόμας και την παρέα του και κριτική για το αν μπορεί ένας σκόρερ όπως ο Τζόρνταν να οδηγήσει τους Μπουλς στον τίτλο.
Περάσαμε το καλοκαίρι του 1990 όταν οι Μπουλς αποκλείστηκαν για 3η συνεχόμενη χρονιά από τους Πίστονς και οι φωνές κριτικής προς τον Τζόρνταν πλήθυναν. Βέβαια, όσοι έσπευσαν να το κάνουν, απλώς κατάπιαν τη γλώσσα τους στη συνέχεια, καθώς σε όλη τη δεκαετία του 1990, κάθε φορά που ο Τζόρνταν πατούσε παρκέ NBA από την αρχή της περιόδου, στο τέλος έφευγε με το δαχτυλίδι του πρωταθλητή στο χέρι.
Δύο three-peat, τρεις αποχωρήσεις, δύο επιστροφές συνθέτουν την πολυτάραχη καριέρα του θρύλου στο εξής. Η αρχή έγινε το 1990-91, όταν μετά την προειδοποιητική βολή της περασμένης περιόδου, οι Μπουλς ήταν έτοιμοι. Και οι αμφισβητίες, αλλά και οι Πίστονς, θα έβλεπαν την άλλη πλευρά του νομίσματος. Το Σικάγο έκανε το καλύτερο ρεκόρ στην ιστορία του με 61-21 και πήρε για πρώτη φορά μετά από 16 χρόνια την πρώτη θέση στην περιφέρειά του. Ο Τζόρνταν ήταν MVP κανονικής περιόδου με 31.5 πόντους, 6.0 ριμπάουντ και 5.5 ασίστ με 54% εντός παιδιάς, ενώ ο Πίπεν πλέον ήταν all-star. Οι δύο πρώτοι γύροι των πλέι οφς είχαν ως θύματα τους Νικς και τους Σίξερς, ενώ στον τελικό Ανατολής περίμεναν οι Πίστονς. Εκεί οι Μπουλς έκαναν επίδειξη δύναμης, διαλύοντάς τους με 4-0, με τον Τόμας να οδηγεί την ομάδα του εκτός παρκέ λίγα δευτερόλεπτα πριν (!) τη λήξη του 4ου ματς και τους περισσότερους Πίστονς να μην χαιρετούν τους αντιπάλους τους. Οι Πίστονς εφάρμοσαν ξανά τους περίφημους «Jordan Rules», αλλά αυτή τη φορά ο Τζόρνταν… πάσαρε σαν τρελός. Το ρεκόρ των Μπουλς πριν τους τελικούς ήταν 15-2 και ούτε τα τελευταία απομεινάρια του «Showtime» των Λέικερς μπόρεσαν να τους σταματήσουν. Οι Μπουλς κέρδισαν με 4-1, ο Τζόρνταν ήταν για πρώτη (από τις 6 συνολικά) φορά MVP των τελικών του NBA, με 31.1 πόντους, 6.4 ριμπάουντ και 8.4 ασίστ στα πλέι οφς και τα εξωφρενικά 31.2 πόντους, 11.4 ασίστ, 6.6 ριμπάουντ, 2.8 κκεψίματα, 1.4 τάπες με 56% στους τελικούς!
Είχε πλέον ξυρίσει το κεφάλι του και ήταν η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα στο παγκόσμιο μπάσκετ, με τον κόσμο να τον γνωρίζει μόνο και μόνο από τη σιλουέτα του κεφαλιού του, χωρίς καν να χρειάζεται να δει πρόσωπο! Η κριτική του στους συμπαίκτες του ήταν απίστευτα σκληρή, αλλά οι γκρίνιες που δημιουργήθηκαν στα αποδυτήρια χάνονταν μπροστά στη λάμψη των τίτλων της ομάδας.
Το 1991-92 δεν ήταν διαφορετικό. Οι Μπουλς έφτασαν στο 67-15, καλυτερεύοντας το ρεκόρ τους. Ο Τζόρνταν είχε 30.1 πόντους, 6.4 ριμπάουντ και 6.1 ασίστ με 52% εντός παιδιάς και πήρε το δεύτερο συνεχόμενο MVP κανονικής περιόδου (3ο συνολικά). Η κόντρα με τους Νικς στα πλέι οφς έχει μείνει στην ιστορία, με τους Μπουλς να προκρίνονται με 4-3. Μετά ακολούθησαν οι Καβαλίες με 4-2 και στον τελικό οι Μπλέιζερς υποτάχτηκαν με 4-2. Στο 6ο παιχνίδι οι Μπλέιζερς προηγήθηκαν με 79-64, αλλά ακολούθησε ένα 33-14 των Μπουλς μέχρι το τελικό 97-93 και τον τίτλο. Ο Τζόρνταν έκανε ρεκόρ τελικών με 35 πόντους στο πρώτο ημίχρονο του πρώτου αγώνα, έχοντας 6 τρίποντα. Ξανά MVP τελικών, με 35.8 πόντους, 4.8 ριμπάουντ και 6.5 ασίστ. Ο Τζόρνταν πια ήταν ο βασιλιάς του μπάσκετ.
Το καλοκαίρι του 1992 ήρθαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Βαρκελώνης, η dream-team και ο αποκλεισμός του Τόμας. Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο και ο Τόμας το βίωσε στο πετσί του… Ο Τζόρνταν πια ήταν ένα παγκόσμιο είδωλο, τίποτα απ’ όσα έκανε δεν περνούσε στην τύχη, όλοι προσπαθούσαν να μπουν κάτω από τον ήλιο του. Όμως δεν τα κατάφεραν όλοι. Η Reebok έκανε κολοσσιαία συμφωνία με τις Η.Π.Α. για να φτιάξει τις φανέλες της dream-team και να μπει εκεί το logo της, αλλά ο Τζόρνταν (που είχε συμφωνία με την Nike) στο βάθρο βάζει την αμερικανική σημαία πάνω στον δεξί του ώμο, για να κρύψει το σήμα της Reebok! Το παρασκήνιο μεγάλο και θα το δούμε σε άλλο μέρος του αφιερώματος.
Η επόμενη χρονιά ήταν εξίσου θεαματική. Μπορεί ο Τσαρλς Μπάρκλεϊ να του πήρε το MVP της κανονικής περιόδου, αλλά τον τελευταίο λόγο είχε ξανά ο Τζόρνταν. Οι τελικοί του 1993 ήταν καταπληκτικοί και κρίθηκαν στο 4-2 με το σουτ (μετά από 9 συνεχόμενους πόντους του Τζόρνταν) του Τζον Πάξον (3.9 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη) και την τάπα του Χόρας Γκραντ για το 98-97. Όμως, στην ουσία, κρίθηκαν στο μεγαλείο του Τζόρνταν. Με ρεκόρ τελικής σειράς 6 αγώνων τους 41.0 πόντους μέσο όρο, ο Τζόρνταν ήταν ασταμάτητος. Έγινε ο 1ος στην ιστορία που κέρδισε 3 συνεχόμενα MVP τελικών, ενώ είχε και 6.7 ριμπάουντ κι 6.0 ασίστ μέσο όρο στα πλέι οφς με 35.1 πόντους ανά αγώνα.
Όμως, μετά από 3 συνεχόμενους τίτλους, μετά από 3 συνεχόμενα MVP τελικών, 7 συνεχόμενους τίτλους πρώτου σκόρερ, απίστευτη λάμψη και νίκες, ο Τζόρνταν έδειχνε κουρασμένος και χωρίς κίνητρο. Η έλλειψη κινήτρου τον «κυνήγησε» πολλές φορές στην καριέρα του, όπως και ο ίδιος έχει δηλώσει. Τότε ξέσπασε και το σκάνδαλο με το πρόβλημα που είχε με τον τζόγο και απίστευτα περιστατικά, όπως το γεγονός ότι τζόγαρε στο Ατλάντικ Σίτι το βράδυ πριν από αγώνα πλέι οφ με τους Νικς ή ότι έχασε 1.25 εκατομμύρια δολάρια σε ένα παιχνίδι… γκολφ!
Τα πράγματα χειροτέρεψαν περισσότερο με τη δολοφονία του πατέρα του, Τζέιμς Τζόρνταν στις 23 Ιουλίου του 1993 από δύο εφήβους, που τον έκλεψαν. Ένας εκ των δύο δραστών (Ντάνιελ Γκριν, Λάρι Μάρτιν Ντέμερι), αφού συνελήφθησαν και πριν καταδικαστούν σε ισόβια φυλάκιση είχε, μάλιστα, πει την… απίστευτης βλακείας ατάκα: «αν ήξερα ότι ήταν ο μπαμπάς του Τζόρνταν, δεν θα τον σκότωνα» για να φανεί και πάλι το μέγεθος του αστέρα. Ο Τζόρνταν ήταν δεμένος με τον πατέρα του (μάλιστα το χαρακτηριστικό του να βγάζει τη γλώσσα του όταν έκανε ντράιβ το πήρε όπως έχει πει από τον πατέρα του, που το έκανε όταν ήταν απορροφημένος στη δουλειά) και δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το πλήγμα εύκολα.
Στις 6 Οκτωβρίου του 1993, λίγο πριν κλείσει τα 30 του χρόνια, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από το μπάσκετ, λέγοντας ότι δεν έχει κίνητρο, αλλά ούτε και διάθεση πια για να παίξει μετά τον θάνατο του πατέρα του. Πάντως, αργότερα είπε ότι σκεφτόταν την αποχώρηση από το καλοκαίρι του 1992 όταν και είχε κουραστεί με την dream-team και όλη τη βιομηχανία που είχε στηθεί γύρω του.
Όσο τo NBA προσπαθούσε να ξεπεράσει το σοκ, ο Τζόρνταν υπέγραψε συμβόλαιο με τη minor league ομάδα των Σικάγο Γουάιτ Σοξ, για να κάνει, όπως είπε, πραγματικότητα το όνειρο το δικό του και του πατέρα του και να τον τιμήσει.
Μετά την αποχώρηση του Τζόρνταν, το NBA βρισκόταν σε αμηχανία. Είχε ξαφνικά χάσει το θεό του, χωρίς λόγο και πρόωρα. Βέβαια, η γενιά που έπαιζε τότε μπάσκετ μπόρεσε να καλύψει επάξια το κενό και ο Χακίμ Ολάζουον βρήκε την ευκαιρία να μαγέψει τον πλανήτη.
Περίπου 1,5 χρόνο μετά την αποχώρησή του, ο Τζόρνταν αποφάσισε να επανέλθει. Λίγο το γεγονός ότι είχε ξεπεράσει το θάνατο του πατέρα του, λίγο ότι είχε πεισμώσει από τα όσα άκουγε για τις μέτριες ικανότητές του στο μπέιζμπολ, λίγο τα όσα έγιναν με την απεργία στο μπέιζμπολ, λίγο ότι του είχε λείψει το παιχνίδι που αγαπούσε, λίγο ότι… οι άλλοι αστέρες είχαν αρχίσει να βγάζουν γλώσσα, ο Τζόρνταν επέστρεψε.
Το 1993-94, χωρίς τον Τζόρνταν, οι Μπουλς πήγαν σχετικά καλά (55-27), αλλά στα πλέι οφς έδειξαν ότι κάτι τους έλειπε. Το 1994-95 οι Μπουλς ξεκίνησαν με 31-31 και ήταν απλά μια μέτρια ομάδα. Ο Τζόρνταν είπε το περίφημο «I’m back» για να ανακοινώσει την επιστροφή του και έπαιξε σε 17 παιχνίδια στο τέλος της κανονικής περιόδου, οδηγώντας τους Μπουλς σε 13-4 σερί και στα πλέι οφς. Σε αυτά τα ματς είχε 26.9 πόντους, 6.9 ριμπάουντ και 5.3 ασίστ. Στο πρώτο ματς, εναντίον των Πέισερς, είχε 19 πόντους, σε αγώνα που έπιασε τη μεγαλύτερη τηλεθέαση για ματς του NBA (κανονικής περιόδου) από το 1975. Στο 4ο ματς από την επιστροφή έβαλε το νικητήριο καλάθι εναντίον της Ατλάντα, ενώ στο 6ο είχε 55 πόντους κατά των Νικς στο Μάντισον.
Ο Τζόρνταν αγωνιζόταν με το νούμερο «45» στην πλάτη (νούμερο που φορούσε στους Μπάρονς και που ήταν πάντα το αγαπημένο του άλλωστε), έχοντας αφήσει στην άκρη το «23», που το Σικάγο είχε αποσύρει στην οροφή του γηπέδου των Μπουλς. Ο Τζόρνταν έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία που έπαιζε μπάσκετ ενώ η… φανέλα του είχε αποσυρθεί! Φτάνουμε στον ημιτελικό Ανατολής, απέναντι στο Σικάγο το Ορλάντο του Σακίλ. Μετά το πρώτο ματς, ο Νικ Άντερσον, που έκλεψε την μπάλα από τον Τζόρνταν για να οδηγήσει τους Μάτζικ στη νίκη, είπε: «Αυτός ο τύπος με το 45 δεν μοιάζει με τον παλιό Τζόρνταν». Ο Τζόρνταν «στράβωσε» πολύ άσχημα και με συνοπτικές διαδικασίες οι Μπουλς ύστερα από απαίτησή του, κατέβασαν το «23» από την οροφή. Φορώντας αυτό, ο Τζόρνταν είχε 31.0 πόντους μέσο όρο στη σειρά, αλλά οι Μάτζικ προκρίθηκαν με 4-2.
Τόλμησε κανείς να πει κάτι για το νέο Τζόρνταν; Όποιος το έκανε, την ερχόμενη σεζόν έμαθε ότι μάλλον κάτι δεν είχε καταλάβει καλά. Ο Τζόρνταν, πια, δεν κάρφωνε σαν τρελός, δεν πετούσε, αλλά με τρομερά λέι απ και ακαταμάχητα «fade-away» έκανε ό,τι ήθελε.
Το 1995-96 είναι ίσως η μεγαλύτερη σεζόν για τον Τζόρνταν. Οι νέοι Μπουλς, με τον παικταρά τρελο-Ρόντμαν στο ρόστερ τους κυριάρχησαν απόλυτα. Το Σικάγο ξεκίνησε με 41-3 και τελείωσε με 72-10 στην καλύτερη σεζόν όλων των εποχών για οποιαδήποτε ομάδα στην ιστορία του NBA. Η καλύτερη ομάδα όλων των εποχών αποτελούταν από τον Τζόρνταν, που με 30.4 πόντους ήταν 1ος σκόρερ της λίγκας, τον Πίπεν, που ήταν στην καλύτερη πεντάδα, τον Ρόντμαν, που αναδείχτηκε 1ος ριμπάουντερ, τον Κούκοτς, που ήταν ο καλύτερος 6ος παίκτης, με τους Τζόρνταν, Πίπεν, Ρόντμαν να είναι και στην καλύτερη αμυντική πεντάδα. Ο Τζόρνταν ήταν MVP της κανονικής περιόδου, MVP του all-star game και MVP των τελικών δείχνοντας σε όλο τον πλανήτη ποιος είναι… το αφεντικό του μπάσκετ και καταφέρνοντας κάτι που μόνο ο Ουίλις Ριντ είχε ως τότε (το 1970), ενώ με το 4ο MVP τελικών ανέβηκε στην κορυφή της συγκεκριμένης κατηγορίας. Οι Μπουλς πήγαν με 15-3 στα πλέι οφς κερδίζοντας τους Σόνικς με 4-2. Ο τίτλος ήρθε την «ημέρα του Πατέρα» και ο Τζόρνταν μετά τη στέψη ξέσπασε σε λυγμούς στο πάτωμα των αποδυτηρίων, αγκαλιά με την μπάλα του αγώνα.
Το 1996-97, οι Μπουλς και πάλι έκαναν περίπατο με 69-13 στην κανονική περίοδο και έφτασαν ως τον τίτλο κερδίζοντας τους Γιούτα Τζαζ στους τελικούς. Στον πρώτο τελικό ο Τζόρνταν έβαλε το buzzer-beater για τη νίκη, ενώ στον κρίσιμο 5ο αγώνα (με το σκορ στο 2-2) έδωσε μια μεγάλη παράσταση. Το λεγόμενο «Flu game» έμεινε στην ιστορία με τον Τζόρνταν εμπύρετο και αφυδατωμένο να βάζει 38 πόντους και το καθοριστικό τρίποντο στο τέλος και μετά να καταρρέει λιπόθυμος στα χέρια του Σκότι Πίπεν. Οι Μπουλς έκαναν το repeat και ο Τζόρνταν πήρε και το 5ο MVP τελικών. Μάλιστα, εκείνη τη σεζόν, ο Τζόρνταν πέτυχε το μόνο triple-double στην ιστορία των all-star game, αλλά δεν πήρε τον τίτλο του MVP.
Το 1997-98 τίποτα δεν άλλαξε. Ξανά κυριαρχία με 62-20, ξανά 1ος σκόρερ με 28.7 πόντους, MVP κανονικής περιόδου, καλύτερη πεντάδα, καλύτερη αμυντική πεντάδα, all-star game MVP, ξανά τελικοί με τους Τζαζ, ξανά 4-2. Στο 6ο παιχνίδι με τους Μπουλς να χάνουν με 3 πόντους, ο Τζόρνταν σκοράρει με ντράιβ, μετά κλέβει την μπάλα στη ρακέτα των Μπουλς από τον Μαλόουν και με 6.6 δευτερόλεπτα σκοράρει το ίσως πια γνωστότερο σουτ του, πάνω από τον πεσμένο από την προσποίηση Μπράιον Ράσελ για το πρωτάθλημα των Μπουλς. Το παιχνίδι αυτό είναι το ματς με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση στην ιστορία του NBA.
Το καλοκαίρι με το lock-out να έρχεται, τους Μπουλς να φαίνεται ότι θα διαλυθούν αλλάζοντας το ρόστερ τους (Πίπεν, Ρόντμαν ήθελαν να φύγουν, και ο Τζάκσον), αλλά και για προσωπικούς λόγους, ο Τζόρνταν αποχώρησε για δεύτερη φορά από το μπάσκετ: «Αυτή τη στιγμή δεν έχω πνευματικές προκλήσεις όπως στο παρελθόν ώστε να συνεχίσω ως παίκτης του μπάσκετ». Μάλιστα, τον Γενάρη του 1999 δήλωσε ότι κατά 99,9% δεν θα πατούσε ξανά παρκέ ως παίκτης, “αλλά πάντα θα υπάρχει αυτό το 1%”.
Μετά το 2ο three-peat ο Τζόρνταν αποχώρησε από τα γήπεδα, ανακοινώνοντας την απόφασή του επίσημα στις 13 Ιανουαρίου του 1999 (η χρονιά άργησε να αρχίσει λόγω του λοκ-άουτ). Ένα χρόνο αργότερα, στις 19 Ιανουαρίου του 2000 επέστρεψε στο NBA, όμως όχι ως παίκτης, αλλά ως εν μέρει ιδιοκτήτης και Πρόεδρος των Ουάσινγκτον Ουίζαρντς.
Πριν συμφωνήσει με τους Ουίζαρντς ο Τζόρνταν είχε κάνει πρόταση για να γίνει εν μέρει ιδιοκτήτης των Σάρλοτ Χόρνετς, αλλά η συμφωνία δεν έγινε ποτέ, επειδή ο ιδρυτής (και ιδιοκτήτης των Χόρνετς) Τζορτζ Σιν δεν ήθελε να αφήσει τον πλήρη έλεγχο της ομάδας στον Τζόρνταν.
Αυτό έκαναν οι Ουίζαρντς, αφήνοντας στον Τζόρνταν τον πλήρη έλεγχο, ακόμη και στις προσλήψεις του προσωπικού. Αν και αρχικά πολλοί εξήραν τον Τζόρνταν, η επιλογή του Κουόμε Μπράουν στο ντραφτ του 2001 του στοίχισε.
Το καλοκαίρι του 2001, βλέποντας ότι… πιο εύκολα θα έκανε τους Ουίζαρντς ομάδα παίζοντας παρά κανονίζοντας τα του οίκου τους από ένα γραφείο άρχισε να σκέφτεται την επιστροφή στην αγωνιστική δράση. Η αρχή έγινε από την επιστροφή του φίλου του Μάριο Λεμιέ στο NHL τον περασμένο χειμώνα σε ηλικία 36 ετών. Ο Λεμιέ επηρέασε τον Τζόρνταν, εκείνος δεν είχε αποβάλει ποτέ το μικρόβιο του μπάσκετ, οπότε στα 38 του αποφάσισε να ξαναπαίξει.
Οι «γνώστες» σιγουρεύτηκαν ότι ο Τζόρνταν θα επέστρεφε όταν προσέλαβε τον Νταγκ Κόλινς (παλιό του προπονητή στο Σικάγο) για κόουτς στους Ουίζαρντς. Το καλοκαίρι πέρασε με σορτσάκι και πολλά καμπ (που πήγαινες μόνο με πρόσκληση) όπου παρέα με αρκετούς παίκτες του NBA ο Τζόρνταν ετοίμαζε την επιστροφή του.
Στις 25 Σεπτεμβρίου του 2001 ο Τζόρνταν ανακοίνωσε την επιστροφή του στο μπάσκετ, προσθέτοντας ότι θα δωρίσει την αμοιβή του στις οικογένειες των θυμάτων της τρομοκρατικής επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου στους «Διδύμους Πύργους» της Νέας Υόρκης. Την ίδια περίοδο, ο πιο γνωστός Έλληνας δημοσιογράφος έγραφε ότι ο Τζόρνταν επιστρέφει για τα 1,2 εκατομμύρια δολάρια και ντροπιαζόταν για λίγα λεφτά (αυτά για να μαθαίνουν οι νεότεροι το πόσο… το έψαχναν οι Έλληνες δημοσιογράφοι).
Μπορεί να μην ήταν ο παλιός Τζόρνταν, αλλά στα 38 του παρέμενε ο μεγαλύτερος θρύλος του μπάσκετ. Έχοντας αλλάξει πλήρως το στιλ του, ο Τζόρνταν μπορούσε με ευκολία να σκοράρει από μέση και μακρινή απόσταση, δίχως πολλές φορές να ιδρώνει καν απέναντι σε κατά πολύ νεότερους αμυντικούς. Η χρονιά του τελείωσε μετά από 60 παιχνίδια, καθώς έκοψε τους συνδέσμους στο δεξί του γόνατο, αλλά ως τότε είχε στα 38 του 22.9 πόντους, 5.7 ριμπάουντ, 5.2 ασίστ και 1.42 κλεψίματα όντας 1ος σκόρερ, πασέρ και «κλέφτης» της ομάδας. Στο πρώτο του παιχνίδι μετά την επιστροφή είχε 19 πόντους, 6 ασίστ, 5 ριμπάουντ και 4 ασίστ εναντίον των Νικς στο Μάντισον. Εκείνη τη σεζόν ξεπέρασε τους 30.000 πόντους (εναντίον των Σικάγο Μπουλς στις 4 Ιανουαρίου του 2002). Εκείνη τη σεζόν ανέβασε το ρεκόρ πόντων από έναν παίκτη στο γήπεδο των Ουίζαρντς (MCI Center) στους 51 (στις 29 Δεκεμβρίου κατά των Χόρνετς), ενώ έσπασε και τα ρεκόρ γηπέδου για πόντους στην πρώτη περίοδο (24), δεύτερη περίοδο (19), ημίχρονο (34).
Επίσης, είχε 45 πόντους, 10 ριμπάουντ, 7 ασίστ και 3 κλεψίματα εναντίον των Νετς στις 31 Δεκεμβρίου (δηλαδή σε ηλικία 38 ετών είχε 96 πόντους σε δύο συνεχόμενα ματς). Είχε συνολικά 5 φορές πάνω από 40 πόντους μέσα στη σεζόν. Κανείς δεν τόλμησε να τον θεωρήσει «τελειωμένο» (γράφτηκε και αυτό στην Ελλάδα), αφού στο γήπεδο ήταν ακόμη στην αφρόκρεμα.
Όμως, ο τραυματισμός έκανε πολλούς να σκεφτούν ότι στα 39 του θα έδινε τέλος στην καριέρα του. Ο Τζόρνταν δεν ήθελε να φύγει έτσι από τα παρκέ, το ήθελε με τους δικούς του όρους και το έκανε με τους δικούς του όρους. Ανακοίνωσε ότι θα επιστρέψει για ακόμη μία σεζόν, το 2002-03. Σε μια χρονιά που ο Τζόρνταν έγινε 40 ετών, γέμισε την ιστορία του με πολλά ακόμη ρεκόρ.
Ήταν ο μόνος παίκτης των Ουίζαρντς που έπαιξε και στα 82 παιχνίδια της σεζόν. Είχε 20.0 πόντους, 6.1 ριμπάουντ, 3.8 ασίστ και 1.5 κλεψίματα ανά αγώνα, ενώ σούταρε με 45% εντός παιδιάς και 82% στις βολές. Εκείνη τη σεζόν όλα τα παιχνίδια στην Ουάσινγκτον ήταν «sold-out», ενώ τα εισιτήρια στα ματς των Ουίζαρντς ήταν 20.172 ανά αγώνα εντός έδρας και 19.311 εκτός έδρας. Ο Τζόρνταν συνέχισε… την προσφιλή του συνήθεια να «χώνει» στους συμπαίκτες του και να τους κριτικάρει πολύ σκληρά, με τον Κουόμε Μπράουν να ακούει τα περισσότερα.
Είχε 42 φορές πάνω από 20 πόντους, 9 φορές πάνω από 30 και 3 φορές 40 ή περισσότερους πόντους μέσα στη σεζόν. Στις 21 Φεβρουαρίου του 2003 ο Τζόρνταν έγινε ο πρώτος και μόνος άνω των 40 ετών και βέβαια ο γηραιότερος αθλητής στην ιστορία του NBA που ξεπερνούσε τους 40 πόντους σε έναν αγώνα, με τους 43 που έβαλε εναντίον των Νιου Τζέρσεϊ Νετς, μαζεύοντας και 10 ριμπάουντ. Δώδεκα φορές είχε πάνω από 10 ριμπάουντ, ενώ μέσα στη σεζόν είχε 13 double-doubles. Ήταν σε 36 παιχνίδια 1ος σκόρερ των Ουίζαρντς, σε 16 1ος ριμπάουντερ, σε 25 1ος σε ασίστ, σε 32 1ος «κλέφτης» και σε 13 1ος σε τάπες. Όλα αυτά στα… 40 του.
Στις 11 Απριλίου «κλείδωσε» τη θέση του πρώτου σκόρερ σε μέσο όρο όλων των εποχών στο NBA με 30.12 μέσο όρο καριέρας, ενώ στις 8 Απριλίου με 26 πόντους και 10 ριμπάουντ εναντίον των Καβαλίερς είχε κάνει το 200ο double-double της καριέρας του. Ρεκόρ χρονιάς οι 45 πόντοι με τους Χόρνετς, τα 14 ριμπάουντ με τους Χοκς και οι 12 ασίστ με τους Κλίπερς. Μέσα στη χρονιά ξεπέρασε και τον Ουίλτ Τσάμπερλεν και ανέβηκε στην 3η θέση των σκόρερ όλων των εποχών στο NBA όταν εναντίον των Χόρνετ έφτασε τους 31.420 πόντους.
Σε ηλικία 40 ετών ο Τζόρνταν απέδειξε ότι ήταν μοναδικός, κάνοντας πράγματα που κανείς άλλος δεν έχει καταφέρει ποτέ σε τέτοια ηλικία στα παρκέ του NBA. Κάποιοι μπορεί να λένε ότι το μεγαλείο του ξεθώριασε από τη 2η επιστροφή του, αλλά οι αριθμοί λένε ότι μόνο γιγαντώθηκε ακόμη περισσότερο. Ο Τζόρνταν έκανε ρεκόρ στα 40 του που είναι πολύ δύσκολο να καταρριφθούν στο μέλλον. Έκανε 2 χρονιές που έδειξαν στους νεότερους ότι ο θρύλος του θα μείνει αξεπέραστος για πάντα.
Σε κάθε γήπεδο του NBA, ξέροντας ότι τον βλέπουν ως παίκτη για τελευταία φορά, τον αποθέωναν άπαντες, σε μια σεζόν που έμοιαζε με τον απόλυτο φόρο τιμής στον μέγιστο του αθλήματος. Στο all-star game του 2003 ο Τζόρνταν ξεπέρασε τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ κι έγινε ο 1ος σκόρερ στην ιστορία των all-star game. Στις 11 Απριλίου του 2003 οι Μαϊάμι Χιτ, στο ματς που ο Τζόρνταν γινόταν επίσημα ο 1ος σκόρερ σε μέσο όρο όλων των εποχών στο NBA, τον τίμησαν αποσύροντας στην οροφή του γηπέδου τους τη φανέλα του, με τον Τζόρνταν να γίνεται ο 1ος παίκτης του οποίου η φανέλα αποσύρεται από ομάδα για την οποία δεν έπαιξε ποτέ. Στο all-star game του 2003 ο Άλεν Άιβερσον και ο Τρέισι ΜακΓκρέιντι του πρόσφεραν τη θέση του βασικού, αλλά αρνήθηκε. Τελικά, δέχτηκε όταν το έκανε ο Βινς Κάρτερ.
Στο τελευταίο του ματς στο Σικάγο, οι οπαδοί των Μπουλς τον χειροκροτούσαν όρθιοι επί 4 λεπτά! Ο τελευταίος του αγώνας στο NBA ήταν στις 16 Απριλίου του 2003 στη Φιλαντέλφια. Ο Τζόρνταν τελείωσε το ματς με 15 πόντους, 4 ριμπάουντ και 4 ασίστ. Αποχώρησε από το παρκέ με 4:13 για το τέλος της τρίτης περιόδου, αλλά από το ξεκίνημα της τέταρτης περιόδου όλο το γήπεδο φώναζε «We want Mike» (σ.σ. «Θέλουμε τον Μάικ»). Ο Νταγκ Κόλινς τον πίεσε και ο Τζόρνταν (που είχε ήδη βάλει πάγο στα γόνατά του), μπήκε μέσα 2:35 πριν το τέλος. Στο 1:45 ο Έρικ Σνόου του έκανε επίτηδες φάουλ, ο Τζόρνταν έβαλε και τις δύο βολές και μετά ο Μπόμπι Σίμονς έκανε επίτηδες φάουλ στον Τζον Σάλμονς για να μπορέσει ο Τζόρνταν να βγει αλλαγή για τελευταία φορά στην καριέρα του. Ολόκληρο το γήπεδο (21.257 φίλαθλοι), συμπαίκτες, αντίπαλοι, διαιτητές και γραμματεία σηκώθηκαν όρθιοι και τον χειροκροτούσαν επί τρία λεπτά.
Ο Τζόρνταν μετά την αποχώρησή του θέλησε να επιστρέψει στο πόστο του ως πρόεδρος των Ουίζαρντς, αλλά ο ιδιοκτήτης Έιμπ Πόλιν τον… απέλυσε στις 7 Μαΐου του 2003. Ο Τζόρνταν δήλωσε προδομένος και είπε ότι αν ήξερε πως θα τον απέλυαν μόλις αποχωρούσε από τα παρκέ, δεν θα έπαιζε ποτέ για τους Ουίζαρντς.
Το 2006, ο Τζόρνταν χώρισε οριστικά με τη γυναίκα του, Χουανίτα, η οποία πήρε 168 εκατομμύρια δολάρια στο συμβιβασμό, ποσό που τότε ήταν ο πιο ακριβός συμβιβασμός σε διαζύγιο στην ιστορία.
Το Φεβρουάριο του 2010, ο Τζόρνταν και η εταιρία του «MJ Basketball Holdings» έκαναν πρόταση για την αγορά του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών των Σάρλοτ Μπόμπκατς. Στις 27 Φεβρουαρίου οι δύο πλευρές ήρθαν σε συμφωνία και στις 17 Μαρτίου το NBA επικύρωσε τη συμφωνία, κάνοντας τον Τζόρνταν τον 1ο πρώην παίκτη του NBA που έγινε ιδιοκτήτης ομάδας, έχοντας το πλεοψηφικό πακέτο των μετοχών. Ή όπως γράφτηκε τότε: «ο Τζόρνταν δεν είναι ο πιο εκκεντρικός ιδιοκτήτης, δεν είναι σίγουρα ο πιο πλούσιος. Είναι όμως ο μοναδικός από τον οποίο οι υπόλοιποι 29 θα ζητήσουν αυτόγραφο».
Στα επόμενα μέρη του αφιερώματος θα δούμε τα ρεκόρ και τις διακρίσεις του Τζόρνταν, αλλά και το τι είπαν γι’ αυτόν κατά τη διάρκεια της καριέρας του εξέχουσες προσωπικότητες του χώρου.
Όταν μιλάμε για τον Μάικλ Τζόρνταν μιλάμε για έναν από τους μεγαλύτερους μύθους στην ιστορία του παγκόσμιου αθλητισμού (όχι μόνο του μπάσκετ). Ο Τζόρνταν από πολλούς θεωρείται ο καλύτερος παίκτης που πάτησε ποτέ σε παρκέ μπάσκετ και σίγουρα ο θρύλος του θα μείνει για πάντα ανεξίτηλος στις καρδιές όλων όσοι αγαπούν το μπάσκετ. Το όνομά του είναι συνώνυμο με το άθλημα και η φιγούρα του είναι περισσότερο συνδυασμένη με το μπάσκετ από κάθε άλλου στην ιστορία.
Ο Τζόρνταν το 1988 κέρδισε το βραβείο του Καλύτερου Παίκτη και του Καλύτερου Αμυντικού της σεζόν κάτι που στην ιστορία έχει πετύχει μόνο ο Χακίμ Ολάζουον σε μία σεζόν, ενώ τότε έγινε και ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του NBA που έχει πάρει και τα δύο βραβεία στην καριέρα του (από τότε το έχουν κάνει και οι Ολάζουον, Ρόμπινσον και Γκαρνέτ). Επίσης, ήταν ο 1ος παίκτης στην ιστορία του NBA που κέρδισε τίτλο 1ου σκόρερ και αναδείχτηκε Καλύτερος Αμυντικός της χρονιάς (1988, ο μόνος που το έχει στην ίδια σεζόν, μόνο ο Ρόμπινσον το έχει κάνει γενικά εκτός του Τζόρνταν). Ακόμη, είναι ο μόνος παίκτης στην ιστορία του NBA που σε μία χρονιά κέρδισε τον τίτλο του 1ου σκόρερ, το MVP και το βραβείο του Καλύτερου Αμυντικού (1987-88).
Είναι ο μόνος παίκτης στην ιστορία του NBA που έχει πάρει βραβείο Ρούκι, Καλύτερου Αμυντικού, MVP κανονικής περιόδου, MVP τελικών και MVP all-star game στην καριέρα του. Ένας από τους 3 παίκτες στην ιστορία που έχει πάρει την ίδια σεζόν MVP κανονικής περιόδου, τελικών και all-star game. Οι άλλοι δύο είναι ο Ριντ και ο Σ. Ο’ Νιλ, με τον Τζόρνταν να είναι ο μόνος που το έχει καταφέρει 2 φορές.
Είναι 1ος σκόρερ όλων των εποχών στο NBA σε μέσο όρο πόντων στην κανονική περίοδο (30.12) και στα πλέι οφς (33.4), ενώ είναι 3ος όλων των εποχών σε σύνολο πόντων (με 32.292) πίσω από τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ και τον Καρλ Μαλόουν. Επίσης, είναι 1ος όλων των εποχών σε πόντους στα πλέι οφς, με 5.987 συνολικά. Τα 2.514 κλεψίματά του τον φέρνουν στη 2η θέση της λίστας πίσω από τον Τζον Στόκτον, ενώ σε μέσο όρο κλεψιμάτων είναι 3ος όλων των εποχών.
Έχει το ρεκόρ του NBA σε βραβεία πρώτου σκόρερ με 10, ενώ μαζί με τον Ουίλτ Τσάμπερλεν έχουν 7 συνεχόμενους τίτλους πρώτου σκόρερ. Ήταν 9 φορές μέλος της καλύτερης αμυντικής πεντάδας της χρονιάς (ρεκόρ μαζί με τον Γκάρι Πέιτον), ενώ έχει κερδίσει 5 τίτλους MVP κανονικής περιόδου (2ος μαζί με τον Ράσελ, περισσότερους έχει μόνο ο Αμπντούλ-Τζαμπάρ), 6 MVP τελικών (ρεκόρ NBA), 3 MVP all-star game, τίτλοι που τον καθιστούν τον πιο… βραβευμένο παίκτη στην ιστορία του NBA. Δέκα χρονιές τερμάτισε ανάμεσα στους 3 πρώτους σε ψήφους για τον MVP της κανονικής περιόδου, νούμερο ρεκόρ.
Ο Μάικλ Τζόρνταν αποτελεί το πιο εμπορικό όνομα στην ιστορία του αθλητισμού, έχοντας μόνος του ανεβάσει το στάτους του μπάσκετ. Τα στατιστικά δείχνουν ότι οι τηλεθέαση ήταν ιδιαίτερα ανεβασμένη στα χρόνια που έπαιζε μπάσκετ και κινείται σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα από τότε που σταμάτησε (αλλά και κάθε φορά που αποχωρούσε για ένα διάστημα έπεφτε). Υπολογίζεται ότι από τις διαφημιστικές συμφωνίες που έχει υπογράψει και την εκμετάλλευση του ονόματός του έχει (ακόμη και σήμερα) ετήσια έσοδα που ξεπερνούν τα 40 εκατομμύρια δολάρια. Τη δεκαετία του 1990, οι Μπουλς, με τον Τζόρνταν στο ρόστερ τους, ξεπουλούσαν τα εισιτήρια σε σχεδόν κάθε αγώνα τους, με αποτέλεσμα ο Τζόρνταν να έχει θέσει τα μεγαλύτερα ρεκόρ χρημάτων στα συμβόλαια που υπέγραφε, με εκείνα του 1996-97 και 1997-98 να ξεπερνούν τα 30 εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Μάλιστα, ακαδημαϊκή μελέτη έδειξε ότι οι εταιρείες με τις οποίες είχε υπογράψει συμβόλαιο αύξησαν τον τζίρο τους με την πρώτη επιστροφή του κατά 1 δισεκατομμύριο δολάρια σε ένα χρόνο.
Τα «Air Jordan» είναι το πρώτο προσωποποιημένο παπούτσι στην ιστορία του μπάσκετ και είναι από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην παγκόσμια αγορά (όχι μόνο των παπουτσιών). Ο Τζόρνταν αναφέρει ότι η ιδέα για το όλο κόνσεπτ ήρθε από τον ατζέντη του, Ντέιβιντ Φολκ. Ο Τζόρνταν έχει παραδεχτεί ότι δεν του άρεσαν τα παπούτσια της Nike και δεν ήθελε να υπογράψει μαζί της αλλά τον έπεισε ο Φολκ (η Nike πρόσφερε στον Τζόρνταν 250.000 δολάρια το χρόνο για 5 χρόνια το 1984). Ο Τζόρνταν υπέγραψε με τη Nike το 1984, όταν ο τζίρος της εταιρείας ήταν 986 εκατομμύρια δολάρια και μία μετοχή της είχε αξία 7 δολάρια. Όταν ο Τζόρνταν αποχώρησε το 1998 ο τζίρος της Nike ήταν 9,187 δισεκατομμύρια δολάρια και μία μετοχή της κόστιζε 418 δολάρια.
Το πρώτο παπούτσι που του έφτιαξε η Nike ήταν κοκκινόμαυρο και απαγορεύτηκε από το NBA γιατί δεν ερχόταν σε αντίθεση με τα χρώματα των Μπουλς. Το πρόστιμο ήταν 5.000 δολάρια ανά αγώνα, αλλά η Nike τα πλήρωνε… με ευχαρίστηση, βγάζοντας διαφήμιση, με την κάμερα να πηγαίνει αργά από το κεφάλι του Τζόρνταν στα πόδια του, με τα παπούτσια να είναι σταμπαρισμένα με ένα “X” και τη λέξη “Banned” (σ.σ. απαγορευμένα) να ακούγεται. Οι πωλήσεις εκτοξεύτηκαν στα ύψη. «Ήταν η καλύτερη διαφήμιση που θα μπορούσε κανείς να μας προσφέρει αυτό που έκανε το NBA», έχει πει ο Τζόρνταν.
Ας δούμε παρακάτω τα σημαντικότερα νούμερα στην καριέρα του Τζόρνταν:
1 – ο αγώνας που δεν πέτυχε διψήφιο αριθμό πόντων με τη φανέλα των Σικάγο Μπουλς. Είχε διψήφιο αριθμό πόντων σε 1108 από τα 1109 ματς του με τους Μπουλς. Μοναδικό ματς που έμεινε σε μονοψήφιο αριθμό οι 8 πόντοι σε 16 λεπτά στις 22 Μαρτίου του 1986 (χρονιά του τραυματισμού του) εναντίον των Κλίβελαντ Καβαλίερς.
2 – οι συνεχόμενοι αγώνες πλέι οφς στους οποίους είχε 50 ή περισσότερους πόντους, αριθμός ρεκόρ (28/4 και 1/5 1988 με Καβαλίερς, 50 και 55 πόντους).
3 – οι χρονιές που αναδείχτηκε 1ος σε κλεψίματα στο NBA (1987-88, 1989-90, 1992-93) και οι χρονιές που ήταν και 1ος σκόρερ και 1ος κλέφτης της λίγκας (μόνο ο Άιβερσον το έχει επαναλάβει).
5 – τα παιχνίδια που πέτυχε 60 ή περισσότερους πόντους στην καριέρα του (4 κανονικής περιόδου και 1 πλέι οφς).
6 – οι τίτλοι που έχει κατακτήσει στην καριέρα του (με τους Μπουλς) και τα MVP τελικών που έχει (σε κάθε παρουσία του σε τελικούς).
7 – οι συνεχόμενοι τίτλοι 1ου σκόρερ που πήρε στο πρωτάθλημα (1987-93).
7 – τα συνεχόμενα triple-double που πέτυχε (25/3-6/4 του 1989). Μάλιστα είχε 10 triple double σε 11 ματς εκείνη την περίοδο. Στο μόνο ματς που δεν τα κατάφερε είχε 40 πόντους, 11 ασίστ και 7 ριμπάουντ. Δεύτερος στην ιστορία μαζί με τον Όσκαρ Ρόμπερτσον, 1ος ο Τσάμπερλεν με 9 συνεχόμενα.
8 – οι σεζόν στις οποίες είχε 30.0 ή περισσότερους πόντους μέσο όρο.
9 – οι χρονιές που ήταν 1ος στο NBA σε προσπάθειες εντός παιδιάς.
9 – οι φορές που επιλέχτηκε στην Καλύτερη Αμυντική Πεντάδα.
10 – οι χρονιές που πήρε τον τίτλο του 1ου σκόρερ (μέσο όρο) στο NBA (1986-93, 1995-98).
11 – οι χρονιές που ήταν 1ος σκόρερ σε σύνολο πόντων στο NBA (1984-85, 1986-93, 1995-98).
13 – τα συνεχόμενα εύστοχα σουτ σε αγώνα πλέι οφς (5 Ιουνίου 1991, Λέικερς), αριθμός ρεκόρ για το NBA.
14/15 – οι σεζόν της καριέρας του είχε 45 ή περισσότερους πόντους ρεκόρ παραγωγικότητας χρονιάς. Μοναδική χρονιά που δεν το έκανε, το 1986-87, χρονιά του τραυματισμού του.
19 – οι συνεχόμενες βολές που έβαλε σε ένα ματς (με τους Νετς στις 26 Φλεβάρη του 1987).
23 – οι συνεχόμενοι πόντοι που πέτυχε σε ένα ματς (16 Απριλίου 1987 με Χοκς).
29% – το ποσοστό των πόντων της ομάδας του που έβαλε κατά τη διάρκεια της καριέρας του (32.292/111.541).
31 – τα triple-double που κατέγραψε στην καριέρα του (28 κανονικής περιόδου, 2 πλέι οφς, 1 all-star game).
35 – οι συνεχόμενοι τελικοί στους οποίους είχε τουλάχιστον 20 πόντους (ρεκόρ NBA, όλα τα ματς τελικών της καριέρας του).
35 χρονών και 61 ημερών – όταν πήρε τον τελευταίο τίτλο 1ου σκόρερ του NBA, ο γηραιότερος παίκτης στην ιστορία που το κατάφερε.
37.1 – ο υψηλότερος μέσος όρος πόντων σε κανονική περίοδο στην καριέρα του, το 1986-87.
38 χρονών και 315 ημερών – όταν πέτυχε 51 πόντους εναντίον των Νιου Όρλιν Χόρνετς (29 Δεκεμβρίου 2001) για να γίνει ο γηραιότερος παίκτης που σκοράρει πάνω από 50 πόντους σε ένα ματς στην ιστορία.
38.1 – οι πόντοι που πετύχαινε στα παιχνίδια κανονικής περιόδου απέναντι σε ομάδες που προπονούσε ο Τζεφ Βαν Γκάντι.
39 – τα παιχνίδια που πέτυχε 50 ή περισσότερους πόντους στην καριέρα του (31 κανονικής περιόδου και 8 πλέι οφς).
40 χρονών και 4 ημερών – όταν πέτυχε 43 πόντους εναντίον των Νιου Τζέρσεϊ Νετς (21 Φεβρουαρίου 2003) για να γίνει ο γηραιότερος παίκτης στην ιστορία του NBA που σκοράρει πάνω από 40 πόντους και ο μοναδικός «40αρης» που σκόραρε 40 σε ένα ματς.
41.0 – ο υψηλότερος μέσος όρος πόντων στην ιστορία του NBA σε σειρά τελικών πλέι οφς (με Φίνιξ Σανς, 1993).
55 – το ρεκόρ πόντων του σε αγώνα τελικών NBA (1993, Φίνιξ Σανς).
63 – οι περισσότεροι πόντοι που έχει πετύχει ποτέ παίκτης του NBA σε έναν αγώνα πλέι οφς (20 Απριλίου 1986 με Μπόστον Σέλτικς).
69 – το ρεκόρ πόντων του σε έναν αγώνα (28 Μαρτίου 1990 με Καβαλίερς). Σε εκείνο το ματς είχε 23/37 σουτ, 21/23 βολές, 18 ριμπάουντ, 6 ασίστ, 4 κλεψίματα σε 50 λεπτά.
80 – οι αγώνες το 1988-89 στους οποίους έκανε τουλάχιστον 1 κλέψιμο (έπαιξε σε 81 ματς). Στην ιστορία το έχει καταφέρει μόνο αυτός και ο Κρις Πολ.
91 – οι φορές που εμφανίζεται το όνομα του Τζόρνταν στις 100 πρώτες θέσεις των ρεκόρ σκοραρίσματος σε ένα ματς στην ιστορία των Μπουλς.
101 – εύστοχα σουτ εντός παιδιάς σε σειρά πλέι οφς 6 αγώνων, αριθμός ρεκόρ (με Φίνιξ το 1993).
127 εκατοστά – είχε μετρηθεί το (κάθετο από σταθερή θέση) άλμα του στα πρώτα χρόνια καριέρας του.
179 – οι συνεχόμενοι αγώνες πλέι οφς στους οποίους είχε διψήφιο αριθμό πόντων. Είναι όλοι οι αγώνες που έπαιξε στα πλέι οφς στην καριέρα του. Είναι ο μοναδικός παίκτης στην ιστορία του NBA που έχει πετύχει περισσότερους από 15 πόντους σε όλα τα παιχνίδια της καριέρας του στα πλέι οφς.
211 – τα παιχνίδια που πέτυχε 40 ή περισσότερους πόντους στην καριέρα του (173 κανονικής περιόδου και 38 πλέι οφς).
240 – τα παιχνίδια στα οποία έκανε double-double (201 κανονικής περιόδου, 39 πλέι οφς)
262 – οι πόντοι του σε all-star game, 1ος όλων των εποχών, ενώ είναι 1ος και σε μέσο όρο με 20.2 μέσο όρο.
671 – τα παιχνίδια που πέτυχε 30 ή περισσότερους πόντους στην καριέρα του (562 κανονικής περιόδου και 109 πλέι οφς).
866 – τα συνεχόμενα παιχνίδια που πέτυχε περισσότερους από 10 πόντους (840 με Μπουλς και 26 με Ουίζαρντς).
867 – οι αγώνες στους οποίους ήταν ο 1ος σκόρερ της ομάδας του.
1.099 – τα παιχνίδια που πέτυχε 20 ή περισσότερους πόντους στην καριέρα του (926 κανονικής περιόδου και 173 πλέι οφς).
3.044 – οι περισσότεροι πόντοι που πέτυχε σε μια σεζόν (1986-87). Μόνο αυτός και ο Τσάμπερλεν έχουν σκοράρει περισσότερους από 3000 πόντους σε μια χρονιά
32.292 – οι πόντοι που πέτυχε σε όλη του την καριέρα στην κανονική περίοδο και τον κατατάσσουν 3ο στην ιστορία