Το 2004 η αγγλική εφημερίδα “The Observer” συνέταξε έναν κατάλογο 50 αθλητικών γεγονότων, τα οποία θα πρέπει να βιώσει οπωσδήποτε κάποιος, πριν πεθάνει. Στην κορυφή του καταλόγου βρισκόταν η παρακολούθηση ενός αγώνα μεταξύ της Μπόκα Τζούνιορς και της Ρίβερ Πλέιτ, ο επονομαζόμενος και “superclasico” λόγω του τεράστιου όγκου των οπαδών και των επιτυχιών αμφότερων των συλλόγων, που αποτελούν δύο από τους ποδοσφαιρικούς “γίγαντες” του πλανήτη.
Όπως έχει υπολογιστεί, πάνω από το 70% του ποδοσφαιρόφιλου κοινού της Αργεντινής (41% η Μπόκα Τζούνιορς, 32% η Ρίβερ Πλέιτ) είναι φανατικοί υποστηρικτές των δύο ομάδων, προεξάρχοντος βεβαίως του Ντιέγκο Μαραντόνα, που ουδέποτε έκρυψε τη λατρεία του για την ομάδα με την κυανοκίτρινη εμφάνιση (Μπόκα).
Την Κυριακή το βράδυ, λοιπόν, το “Λα Μπομπονέρα” του Μπουένος Άιρες θα πλημμυρίσει χρώμα από τα χιλιάδες κίτρινα-μπλε χαρτάκια που θα πέσουν, θα φωτιστεί με λάμψεις υπερκόσμιες από τα πυροτεχνήματα και τα βεγγαλικά, θα σειστεί συθέμελα από τις ουρανομήκεις ιαχές, τα συνθήματα και τα τραγούδια των οπαδών της γηπεδούχου Μπόκα, που αν και αγωνιστικά δεν διάγει τις… ευτυχέστερες στιγμές της, εν τούτοις η νίκη οσάκις υποδέχεται τη “μισητή” αντίπαλο είναι ο μοναδικός στόχος που υφίσταται ως ενδεχόμενο στο θυμικό παικτών-φιλάθλων, και το αντίθετο…
ΚΟΙΝΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ, ΔΡΟΜΟΙ ΧΩΡΙΣΤΟΙ
Η αντιπαλότητα των συλλόγων, που εμφανίστηκε μόλις από την ίδρυσή τους, υπήρξε γενεσιουργός αιτία της μετέπειτα εχθρότητας. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που αρκετές φορές οι εξέδρες και οι πέριξ των δύο γηπέδων χώροι μετατρέπονται σε πεδίο βίαιων και αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ των οπαδών, αλλά και ανάμεσα σε οπαδούς και αστυνομία. Το μόνο βέβαιο είναι πως οι περισσότεροι τουρίστες που επισκέπτονται την Αργεντινή και την πρωτεύουσά της, σε ημερομηνία κοντινή του ντέρμπι, έχουν φροντίσει να προμηθευτούν κι ένα εισιτήριο…
Ιστορικά, οι ρίζες των δύο ομάδων θα πρέπει να αναζητηθούν στη συνοικία La Boca, που αποτελούσε το χώρο διαμονής της εργατικής τάξης στο Μπουένος Άιρες. Πρώτη ιδρύθηκε η Ρίβερ Πλέιτ (1901), για να ακολουθήσει τέσσερα χρόνια αργότερα η Μπόκα Τζούνιορς (1905). Στα χρόνια που ακολούθησαν, όμως, η Ρίβερ μετακινήθηκε προς την εύπορη συνοικία Nunez, στο βόρειο τμήμα της πόλης (1925). Από τότε, η Μπόκα Τζούνιορς έμεινε στη συνείδηση του φίλαθλου κοινού ως η μοναδική ομάδα-εκπρόσωπος της εργατικής τάξης, η ομάδα του λαού, με πολλούς οπαδούς μεταξύ των Ιταλών μεταναστών και δη των Γενοβέζων, ενώ η Ρίβερ Πλέιτ απέκτησε το προσωνύμιο “Los Millonarios” (οι εκατομμυριούχοι), αν και οι δύο ομάδες έχουν φίλους σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης του πληθυσμού. Ο πρώτος μεταξύ τους αγώνας (φιλικός) διεξήχθη στις 2 Αυγούστου 1908 (νίκησε η Μπόκα 2-1), ενώ η πρώτη επίσημη αναμέτρηση, στις 24 Αυγούστου 1913, βρήκε νικήτρια τη Ρίβερ Πλέιτ, επίσης με 2-1.
Το superclasico έγινε ιδιαίτερα γνωστό για το πάθος των οπαδών, με το BBC να περιγράφει τα τεκταινόμενα ως «μία θάλασσα από πολύχρωμα πανό, κραυγές και μουγκρητά, τραγούδια, χορό που δεν τελειώνει ποτέ και πυροτεχνήματα». Τόσο στο “Λα Μπομπονέρα” όσο και στο “Ελ Μονουμεντάλ”, οι κερκίδες τραγουδούν με πάθος τραγούδια περιπαικτικού περιεχομένου, με στόχο τον αντίπαλο, ενώ ο ανυποψίαστος θεατής θα γίνει μάρτυρας μίας σπάνιας εικόνας: για μεγάλο διάστημα του αγώνα οι οπαδοί των ομάδων επιδίδονται σε ταυτόχρονα άλματα, δίνοντας την εντύπωση μίας ανθρώπινης λαοθάλασσας που ρέει.
Οι οπαδοί της Μπόκα φωνάζουν τους φίλους της Ρίβερ “gallinas” (κοτόπουλα), για να ανταποδώσει η απέναντι πλευρά ονομάζοντάς τους “los chanchitos” (γουρουνάκια) και “bosteros” (συλλέκτες κοπριάς), επειδή το γήπεδο της Μπόκα βρίσκεται στις λιγότερο εύπορες περιοχές της πρωτεύουσας, με την αναφορά στη δεύτερη περίπτωση να έχει να κάνει με τη μυρωδιά του μολυσμένου ποταμού, στην περιοχή La Boca. Μια άλλη μομφή, που επινοήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 με στόχο τον επιθετικό της Μπόκα, Ντιέγκο Λατόρε, είναι η επωνυμία “Καμπαρέ”, λόγω της φιλοδοξίας κάποιων ποδοσφαιριστών να στρέψουν πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας.
Η αντιπαλότητα μεταξύ των δύο συλλόγων μπορεί, επίσης, να επηρεάσει και τους παίκτες, ειδικά εκείνους που έχουν μεταγραφεί από τη μία ομάδα στην άλλη. Η αρχή έγινε με τον Κατάλντο Σπιτάλε, όταν έφυγε από τη Μπόκα για να υπογράψει στη Ρίβερ το 1933. Ο Όσκαρ Ρουτζέρι, ο οποίος το 1985 ακολούθησε την ίδια διαδρομή, είχε πει ότι «αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο να γίνει, αφού η μία πλευρά σε αντιμετωπίζει ως προδότη και η άλλη δεν σε εμπιστεύεται. Χρειάζεται χρόνος για να προσαρμοστείς και πολύ δυνατός χαρακτήρας για να κερδίσεις τους ανθρώπους».
Αντίθετα, κάποιοι ποδοσφαιριστές δήλωσαν ότι δεν θα παίξουν ποτέ για τον άλλο σύλλογο, όπως είχε κάνει ο Ουρουγουανός Έντσο Φραντσέσκολι της Ρίβερ, ενώ ο Ντιέγκο Μαραντόνα, όταν ακόμη έπαιζε στην Αρχεντίνος Τζούνιορς, είχε αρνηθεί ακόμη και να συζητήσει το ενδεχόμενο μεταγραφής στη Ρίβερ, δηλώνοντας ότι το όνειρό του ήταν να παίξει για την Μπόκα.
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΄68
Η πιο “μαύρη” σελίδα στα ντέρμπι των δύο ομάδων γράφτηκε στις 23 Ιουνίου 1968, στο “Ελ Μονουμεντάλ”, όταν έχασαν τη ζωή τους 71 οπαδοί και άλλοι 150 τραυματίστηκαν, στη θύρα 12. Επρόκειτο για τη χειρότερη καταστροφή στην ιστορία του αργεντίνικου ποδοσφαίρου, με την πλειοψηφία των νεκρών να είναι έφηβοι και νέοι και τη μέση ηλικία των θυμάτων να ανέρχεται στα 19 χρόνια.
Ως προς την αιτία της τραγωδίας, υπήρξαν διάφορες εξηγήσεις για το τί ακριβώς συνέβη εκείνη την ημέρα. Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η καταστροφή επήλθε όταν οπαδοί της Μπόκα άρχισαν να καίνε και να πετούν σημαίες της Ρίβερ Πλέιτ από τις ψηλότερες κερκίδες του σταδίου, προκαλώντας άτακτη φυγή στους οπαδούς τους που βρίσκονταν από κάτω. Άλλοι, πάλι, υποστηρίζουν ότι αυτό συνέβη όταν οπαδοί της Ρίβερ κατόρθωσαν να φτάσουν στην πλευρά των οπαδών της Μπόκα, προκαλώντας την πανικόβλητη φυγή των φιλοξενούμενων.
Κάποιοι τρίτοι, ωστόσο, είπαν ότι η θύρα 12 ήταν κλειδωμένη ή δεν άνοιξε εγκαίρως και ότι οι οπαδοί που έρχονταν από πίσω δεν άκουγαν τους μπροστινούς, οι οποίοι τους φώναζαν να σταματήσουν. Ο πρώην πρόεδρος της Ρίβερ, Ουίλιαμ Κεντ, απέδωσε τις ευθύνες για τον όλεθρο στην αστυνομία, υποστηρίζοντας ότι οι δυνάμεις της τάξης επιτέθηκαν στους οπαδούς της Μπόκα, ενώ μερικοί μάρτυρες ισχυρίζονται ότι η έξοδος είχε μπλοκαριστεί από ένα τεράστιο σιδερένιο τουρνικέ.
Ακολούθησαν τρία χρόνια κυβερνητικής έρευνας, αλλά ένοχος δεν βρέθηκε και ευθύνες ουδέποτε αποδόθηκαν, προς μεγάλη απογοήτευση των οικογενειών των θυμάτων. Στο τέλος εκείνης της αγωνιστικής περιόδου, οι 68 ποδοσφαιρικοί σύλλογοι-μέλη της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Αργεντινής συγκέντρωσαν 100.000 πέσος για τις οικογένειες των νεκρών.